Πέμπτη 29 Μαΐου 2014

Ἴσθμιος δὲ ὁ Γλαύκου



Phrynichus Attic., Praeparatio sophistica (epitome)
Page 6, line 2

<
ἀνθρωποειδὲς θηρίον, ὕδατι συζῶν>: π το Γλαύ-
κου <το> ἀναφανέντος ἐκ τῆς θαλάσσης.

Ο Γλαύκος όμως θεωρείτε ότι είναι η άλλη ονομασία του Παλαίμονος/ Μελικέρτη υιού της Ινούς ή Λευκοθέας. Η Ινώ/Λευκοθέα λατρεύεται σε διάφορες περιοχές  της Ελλάδος νησιωτικές κυρίως δες και Υδριάδα Ινώ
Στα Μέγαρα υπήρχε και ιερό της Λευκοθέας με λίθινο θριγκό. Οι Μεγαρείς έλεγαν ότι αυτοί πρώτοι ονόμασαν την Ινώ- Λευκοθέα και προς τιμή της τελούσαν κάθε χρόνο θυσία.
Στην Κόρινθο, στο ισθμιακό ιερό του Ποσειδώνα, βρίσκονταν στημένα αγάλματα της Λευκοθέας και του Μελικέρτη. Σε κορινθιακά νομίσματα της εποχής του Σεπτιμίου Σεβήρου παριστάνεται η Λευκοθέα με τον μικρό Μελικέρτη στην αγκαλιά.
Στην Αθήνα, η επιγραφή «Λευκοθέα Σώτειρα Ελλιμενία» είναι χαραγμένη σε καθίσματα του Θεάτρου του Διονύσου, η μεν Λευκοθέα ως « Σώτειρα» και «Ελλιμένια », ο δε Μελικέρτης ως «νεών φύλαξ». Ενώ η Ινώ/Λευκοθέα θεωρείται θυγατέρα του Κάδμου και της Αρμονίας, αδερφή της Σεμέλης, της Αγαύης και της Αυτονόης. Τροφός του Διονύσου, συζυγος του Αθάμαντος και μητέρα από το γάμο μαζί του των Λεάρχου και Μελικέρτη.


Ο Παυσανίας στα κείμενα, στην «Ελλάδος Περιήγηση» μας αναφέρει έναν ακόμα  Γλαύκο που φαίνεται να είναι γιος του Αιπύτου και πατέρας του Ίσθμιου. Και είναι ο ‘Ισθμιος αυτός που χτίζει το εν  Φάραις – σημερινή Καλαμάτα - ιερό αφιερωμένο στους Ιατρούς Γόργασο και Νικόμαχο.Και μάλιστα είναι ο πρώτος που θυσιάζει σ΄αυτους και στον πατέρα τους Μαχάωνα
«Πρώτος δε εθυσίασεν εις αυτόν ο Γλαύκος υιός του Αιπύτου.» ( Ωγυγία, Αθ. Σταγειρίτης κεφ. Ι’ «Περί του Μαχάωνος και Ποδαλειρίου»)

 Οι Φάρες απέχουν από τη θάλασσα περίπου 6 σταδια (6 χ 184,87 = 1109,22 μέτρα)
και λιγο πιο κάτω στα 80 στάδια (14789,6 μέτρα) μακριά βρισκεται η πόλη των Θουριατών η οποία στα έπη του Ομήρου ονομάζεται Ανθεία…και στην αρχαία Θουρεία – Ανθεία έχουμε ιερό και λατρεία της Συριας Ψαροθεάς Αταργάτιδος μητέρας του Ιχθύος  ή Δερκετούς κατά την ελληνική παράδοση. Μια ακόμα σύνδεση του Ανθείου- Ανθείας και των Ιχθύων κλπ δες και προηγούμενο κείμενο περί Ανθείου.

Pausanias Perieg., Graeciae descriptio
Book 4, chapter 3, section 10, line 1

Ἴσθμιος δ Γλαύκου κα ἱερὸν τ Γοργάσ κα Νι-
κομάχ τ ἐν Φαραῖς ποίησεν· Ἰσθμίου δ γίνεται
Δ
ωτάδας, ὃς πίνεια κα ἄλλα τῆς Μεσσηνίας παρεχο-
μ
ένης τ ἐν Μοθών κατεσκευάσατο.

Στην Πελοπόννησο όμως έχουμε και την Ισθμία όπου εκεί τελούνται καθέ δύο χρόνια, την άνοιξη, πανελλήνιοι αγώνες προς τιμήν του ήρωα Παλαίμονα-Μελικέρτη- Γλαύκου.

Αναλυτικότερα περι Ινούς-Λευκοθέας σε παλαιότερα κείμενα:

Λευκοθέα ἐκλήθη ἡ Ἰνὼ ἀπὸ τοῦ θεῦσαι

Όμως ο Γλαύκος ο Θαλάσσιος ή Πόντιος ή Πότνιος ως αναγραμματισμός του Πόντιου είναι αυτός που ταυτίζεται με το Παλαίμωνα ή Μελικέρτη. Ξάδερφο και ομογάλακτο του Διονύσου


 Ενώ τα κλαδιά της Πεύκης  χρησιμοποιούνται στα Ίσθμια για να στολίσουν τα κεφάλια των νικητών
Ο Μελικέρτης/Παλαίμων υιός της Δυνατής Δίνης, ο Δίνος, Διόνυσος που ανευρέθει πνιγμένος πλησίον Πίτυος στις Σκυρωνίδες Πέτρες από τον Σίσυφο. Οι ιεροί αγώνες των Ισθμίων με το στεφάνι της Πιτύος για τους Νικητές τους. Ο Ποσειδών, ο τιμώμενος θεός των.


ΓΛΑΥΚΟΣ = 724 = ΔΥΝΟΣ = ΕΝ ΚΛΗΜΑΤΟΣ = ΜΕΘΥΟΣ = ΠΑΛΕΥΣΗ = ΥΔΡΙΑΔΕΣ = ΦΘΙΕΣ = = ΘΕΙΟΝ ΠΥΡ (θείον πύρ) = ΘΕΙΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ (θείος αριθμός)= ΘΕΙΟΣ ΝΟΜΟΣ (θείος νόμος), ΠΑΝΕΠΟΠΤΗΝ (πανεπόπτης, ο παρακολουθών τα πάντα) = ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΕΛΛΗΝ (το όνομα Έλλην),

ΓΛΑΥΚΟΝ (ακτινοβόλον) = 574 = ΔΥΝΟΝ = ΑΒΑΤΟΣ = ΙΠΠΟΔΡΟΜΟΝ = ΣΑΓΡΟΣ = Σ+ΑΡΓΟΣ = ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑΙ (αίγλη, ακτίς, απαύγασμα, αστραποβόλημα, εκπομπή ακτίνων, λαμπηδών, λάμψις, λαμπύρισμα, σέλας, σελάγισμα, φεγγοβολή, φωτοβολή, αμάρυγμα, αμάρυγξ, αντίλαμψις, αυγή, έκλαμψις, επιφωτισμός, μαρμαρυγή, περιαύγεια, φωταύγεια), = ΔΕΛΦΙΚΕ = ΔΟΡΥ = ΕΛΑΤΗΡΙΟΝ (ελατήριον, μέσον απομάκρυνσης, προώθησης ή απώθησης = ΣΕΙΡΗΝΑΣ = ΤΡΙΠΟΔΙ = ΦΙΔΙΝ
 


ΠΑΛΑΙΜΩΝΑ = 1013 = ΒΑΙΤΥΛΟΣ = ΕΦΥΡΗ = ΜΕΓΑΡΙΔΩΝ = ΜΕΛΙΚΗΡΩ =ΑΚΡΑΙΦΝΗΣ ΕΛΛΗΝ = ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ (αρχάγγελος), ΕΥΧΗ (ευχή),  = ΚΟΜΗΤΗΣ ΛΑΜΠΑΔΙΑΣ (κομήτης Λαμπαδίας), = ΠΑΛΙΝΔΙΝΗΤΟΥ (παλινδίνητος, συνεχώς στροβιλιζόμενος, περιστρεφόμενος, επ. Ωκεανού // Mag.)


ΜΕΛΙΚΕΡΤΗΣ = 718 = ΜΟΡΦΗ = ΝΥΞΗΣ = ΝΙΝΥΗΣ = ΗΛΙΟΥΣ (επ. Διός, Απόλλωνος, θεός Ήλιος υιός Υπερίωνα [Υπεριονίδης, Υπερίων], Φαέθων, Σείριος Αστήρ, Διός Οφθαλμός, αβέλιος, αέλιος, αιθέριος, αιθέρος οφθαλμός, άλιος, ανέφελος, ασταθής, ειαρινός, εριφλεγής, ηέλιος, Ώρος, Ρά, Όσιρις, Νούς, Λόγος, ο ήλιος της δικαιοσύνης [Χριστός]) = ΜΟΡΦΗ 

ΜΕΛΙΚΕΡΤΗΝ = 568 = ΑΠΟΘΝΗΣΚΟΝ = ΑΦΑΝΕΙΑ = ΚΟΛΛΗΣΙΣ = ΚΟΛΥΜΒΑΔΑ = ΓΙΓΑΝΤΑΣ =  Ο ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ = ΠΥΛΗΝ (πύλη, αύλειος, αύλειος θύρα) = ΡΗΞΙΝΟΟΣ (
ρηξίνοος, που διασχίζει την καρδιά και το πνεύμα [και τα εξασθενίζει], επ. Διονύσου), ΣΜΗΝΟΣ (σμήνος, άφεσις, αφεσμός, έθνος, εσμός, ουλαμός, σμάνος, σμήνον, στίφος, φύλον, κυψέλη, μελίσσι, μελισσολόι, κοπάδι, πλήθος, σμάρι, ομάς σύνολον).

Ο Μελι-κέρτης ο  υιός που(εκ του κιρνώ, κίρνημι) αναμειγνεύει, ανακατώνει υγρά σε κράμα, μετριάζει, βάζει κρασί και νερό στο ποτήρι, χύνει (εκ του Κιρνώ ) τον οίνο με το ύδωρ και ποιεί κράμα μαζί με μέλι  ή ο υιός της μελίκρας ή το μελίκρατον του κράματος μελιού και γάλατος που χύνεται προς τιμή των χθόνιων θεών και των νεκρών, το υδρόμελι, το οινόμελι ή το μέλι με το νερό …Ο μελικτάς ο ψάλτης και ο τραγουδιστής και ο αοιδός, με το μέλος και τα μελωδικά μέρη… δες και

Θύρσος κλάδος ο παρά Διονύσω

λόγω Ποσειδώνι και Διονύσω την πίτυν...



συνεχίζεται...

Σάββατο 17 Μαΐου 2014

γλαυκία ἢ γλαύκιον>· βοτάνη τις



Η ερμηνεία του ονόματος του Γλαύκου σημαίνει τον λευκό, ισχυρό ή φοβερό κατά τον Ησύχιο τον Αλεξανδρικό  στο έργο του Γλσσαι Ελληνικό λεξικό 5ος αιώνας μ.Χ.  

<γλαυκή>· σχυρά. φοβερά. λευκή (Π 34)
<γλαυκία γλαύκιον>· βοτάνη τις - Γλαύκιο
<γλαυκίζειν>· μβλυωπεν
<γλαυκιόων>· καταπληκτικός, μπυρον κα φοβερν βλέπων
*<γλαυκός>· λευκός vgAS    
<γλαυκοφόρβιδας>· ππους εγενεστάτας
<γλαυκπις>· φοβερ ν τ ρσθαι. λαμπρόφθαλμος. *εόφθαλμος (Α 206 ..) gAS
*<γλαξ>· νυκτόβαϋς. πετεινν νυκτερινόν vgS
<γλαξ>· νόμισμα θήνησιν τετράδραχμον. λέγετο δ κα ρχησίς τις. κα ρνεον. κα φυτόν
<γλαυσόν>· *λαμπρόν. g θρασύ. ταμόν
<γλαύσσει>· λάμπει, (s) φαίνει, φαύσκει


<Γλαύκου τέχνη>· παροιμία π τν ῥᾳδίως κατεργαζομένων·Διονυσόδωρος δ τν περ τν σίδηρον κόλλησιν· Γλακος γρ Χος σιδήρου κόλλησιν ερεν (Plat. Phaed. 108d)

Και από την «Επιτομή του Μεγάλου λεξικού της Ελληνικής Γλώσσας» του Liddell & Scott, η ερμηνεια του ονοματος του Γλαύκου προέρχεται από το Γλαυκός :

γλαυκ-όμματος, -ον (δμμχ), γκριζομάτης, σε Πλάτ.
γλαυκός, -ή, -όν, I. σε Όμηρ. πιθ. χωρίς την έννοια χρώματος, αυτός που λαμπυρίζει, που αστράφτει, ο ασημένιος, λέγεται για τη θάλασσα, σε Ομήρ. Ιλ., Τραγ. Π. αργότερα κυρίως με την έννοια χρώματος, γαλαζοπράσινος, γαλαζόγκριζος (κυανό-φαιος), Λατ. glaucus,  χρησιμοποιείται για την ελιά, σε Σοφ., Ευρ." ιδίως λέγεται για τα μάτια, τα ανοιχτά γαλάζια ή γκρίζα, Λατ.caesius, σε Ηρόδ., Ευρ.
γλαυκ-ώπις, ή, γεν. -ιδος, αιτ. -ιδα ή -ιν (ώψ)• σε Όμηρ. ως επίθ. της θεάς Αθηνάς, που είχε αστραφτερούς, πολύ φωτεινούς, λαμπερούς και άγριους οφθαλμούς, μάτια- βλ. γλαυκός.
γλαυκ-ώφ, -ωπος, δ, ή = γλαυκώπις, σε Πίνδ.
γλαύξ, Αττ. γλαΰξ, γεν. γλαυκός, ή, κουκουβάγια-αποκαλείται έτσι εξαιτίας των άγρια αστραφτερών, εκθαμβωτικών οφθαλμών της (βλ. γλαυκός και πρβλ. σκώψ)- παροιμ., γλαύκ' Άθήναζε, γλαύκ' εις Αθήνας = κάνω κάτι περιττό, μάταιο και ωστόσο καμαρώνω γι' αυτό, όπως όταν κάποιος φέρνει κουκουβάγιες στην Αθήνα, γιατί έτσι κι αλλιώς στην Αθήνα υπάρχουν πολλές (στα νομίσματα), σε Αριστοφ.- τα αθηναϊκά ασημένια νομίσματα λέγονταν γλαύκες Λαυρεωτιχαί, επειδή ως εικόνα τους είχαν μια κουκουβάγια, στον ίδ.


Γλαυκός είναι το όνομα ιχθύος, το όνομα του Γαλεόρρινου του  γαλέου  (galeorhinus galeus)ανήκει στην τάξη των γαλέων και στην οικογένεια των Καρχαρινίδων  (carcharinidae)και εκτιμάται πολύ για την γευστική και απαλή σάρκα του. Είναι υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες και χαμηλός σε λιπαρά. Στην ελληνική κουζίνα τρώγεται συνήθως τηγανητός σε κουρκούτι.
Το μήκος του φθάνει τα 1-2 μέτρα. Η ράχη του έχει χρώμα ανοικτό γκριζωπό ενώ τα πλευρά του λίγο ροδίζουν και η κοιλιά του είναι άσπρη. Το ρύγχος του είναι πεπλατυσμένο και μυτερό και το στόμα του βρίσκεται στη κάτω πλευρά, όπως σε όλα τα σκυλόψαρα με δόντια μυτερά, τριγωνικά και σε σειρές. Το πρώτο ραχιαίο πτερύγιο είναι 2 ή και 3 φορές μεγαλύτερο απ΄ το δεύτερο το πτερύγιο της ουράς του που καταλήγει σαν πρύμνη πλοίου κάθετη.
Ζει στο βυθό κοντά στις στεριές και τροφή του είναι μικρά ψάρια και μαλάκια. Γεννά μικρά ζωντανά, είναι δηλαδή ζωοτόκος και είναι άγριος όπως ο καρχαρίας.
Ο γαλέος είναι ένα μικρόσωμο σκυλόψαρο χωρίς δόντια. Το κρέας του γαλέου είναι ένα κρέας ασπροκόκκινο, σφιχτό και πολύ νόστιμο ειδικά όταν συνοδεύεται με σκορδαλιά, όπως στο μπακαλιάρο που όμως ο γαλέος είναι ποιο βαρύς. 

Όμως όπως είδαμε στο λεξικό του Ησύχιου Γλαύκος είναι και το όνομα ενός βοτάνου. Είναι άραγε αυτό το  βότανο που οδήγησε τον Γλαύκο στην μεταμόρφωση του σε θαλάσσια θεότητα αλλά και στην αθανασία;

Το Γλαύκιο το ξανθό ή γιαλόπικρο, ή μαγιασιλόχορτο, της οικογένειας των Παπαβερίδων. Ένα είδος κίτρινης κερασφόρας παπαρούνας που φυτρώνει σε παραθαλάσσιες περιοχές. Έχει υψηλή τοξικότητα παρόμοια με της παπαρούνας, μπορεί να προκαλέσει δερματίτιδες, ή και εγκαύματα στο δέρμα. Τοξικό ακόμα και για τα ζώα που μπορεί να καταναλώσουν τα φύλλα του, καθώς προκαλεί, ασταθή ρυθμό, υπνηλία, έλλειψη όρεξης, και υψηλή παραγωγή σιέλου κλπ…

Το Γλαύκιο το ξανθό, που ονομάζεται και γυαλόπικρα, είναι μικρός διετής θάμνος(πόα) που ανθοφορεί κατά μήκος των αμμωδών εκτάσεων στις παραλίες της Πιερίας. Είναι είδος μεσογειακό και η γεωγραφική του εξάπλωση φθάνει μέχρι τη Νορβηγία. Είναι μια κίτρινη παπαρούνα με σαρκώδη δασύτριχα έλλοβα φύλλα. Ανθίζει Μάιο μέχρι Ιούνιο. Στην Κύπρο συναντήσαμε το Glaucium corniculatum με κόκκινα άνθη.
Επιστρέφουμε όμως στα κειμενα που δίνουν τον Πότνιο αλλα και τον Πόντιο Γλαύκο ως διαφορετικά έργα του Αισχύλου.  Ο Πόντιος Γλαύκος θεωρείτε ένας από τους θάλασσιους θεούς καθώς φέρει σώμα ιχθυόμορφο από τη μέση και κάτω και μοιάζει με τις περιγραφές που έχουμε δει σε κειμενα περι του Οάννη – δες παλαιότερα κείμενα
Μια σειρά από δεκα εφτά ή δέκα οκτώ Γλαύκους - αναφέρει η Βικιπαίδεια
 
Συνοψίζοντας για τους Γλαύκους ας δούμε πόσοι έχουν καταστεί Αθάνατοι…
Απ’ αυτούς ο Γλαύκος γιός του Πανός έχει κατακτήσει την Αθανασία
 
Ο Γλαύκος του Ιππολόχου παρεκάλεσε  τον θεό Απόλλωνα να τον θεραπεύσει από τα τραύματά του για να μπορέσει να πολεμήσει κι ο θεός να μπορέσει να πάρει  το σώμα του Σαρπηδόνα.

Ο Γλαύκος του Σισσύφου γίνεται κι αυτός αθάνατος πίνοντας το αθάνατο νερό μίας βρύσης  και μετατρέπεται σε θαλάσσιο δαίμονα 

Ο Γλαύκος ο Ανθηδόνιος είναι αυτός που θεωρείται ο θαλάσσιος θεός ή πόντιος δαίμονας

Ο Γλαύκος του Μίνωα σώζεται από τον Πολύδειο ή τον Ασκληπιό και ανασταίνεται μέσω ενός βοτάνου.
 
Γλαύκος του Μαιάνδρου είναι αναφέρεται ως ποτάμια θεότητα και συγκεκριμένα προστάτης του ποταμού Γλαύκου της Μικράς Ασίας (όχι της Αχαΐας), ο οποίος είναι παραπόταμος του άνω ρου του Μαιάνδρου.


Phrynichus Attic., Praeparatio sophistica (epitome)
Page 6, line 2

<
ἀνθρωποειδὲς θηρίον, ὕδατι συζῶν>: π το Γλαύκου <το> ἀναφανέντος ἐκ τῆς θαλάσσης.


συνεχίζεται …



Σάββατο 3 Μαΐου 2014

τὴν δὲ βοτάνην, ἣν φαγὼν ἄτρωτος ἢ καὶ ἀθάνατος



Όμως ο ‘Ανθιος ή ο Άνθη/ας  θεωρείται παιδί- απόγονος του Ποσειδώνος και  της Αλκυόνης κόρης του Ατλαντος κατά μια εκδοχή…μάλιστα ταυτίζεται σε πολλές περιπτώσεις με τον Γλαύκο.

Είναι αυτος που εχει δώσει το όνομά του στην πόλη Ανθηδών. Ενώ η δεύτερη εκδοχή μιλά για την νύμφη Ανθηδόνα. Η Άνθηδών είναι Βοιωτική πόλη,  βρισκόταν  επί του Ευβοϊκού κόλπου στους πρόποδες τοΰ Μεσσαπίου, είχε καλό λιμάνι, οι δέ κάτοικοι της ήσαν σπογγαλιείς, πορφυραλιεις και γενικότερα ναυτικοί. Με τις ανασκαφές που έχουν πραγματοποιηθεί έχουν βρεθεί σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα, μεταξύ των οποίων ναοί των Καβείρων, της θεάς Δήμητρας και της Περσεφόνης.

Ανθηδών δε είναι και ο όνος και ο καλλαρίας που είδαμε στα προηγούμενα κείμενα

Athenaeus Soph., Deipnosophistae
Book 7, Kaibel paragraph 99, line 17

             
ρχέστρατος δέ φησι (fr. 35 R)·
  τ
ν δ' νον νθηδών, τν καλλαρίαν καλέουσιν…

Hippiatrica, Hippiatrica Cantabrigiensia
Chapter 65, section 4, line 6

στιν δ νθηδν μοία τ πλήγματι τν γρίων μελισσν.  

Pseudo-Zonaras Lexicogr., Lexicon
Alphabetic letter alpha, page 184, line 27

<νθηδών>. μέλισσα, παρ τ τ νθη δειν.

Hesychius Lexicogr., Lexicon (Α – Ο)
Alphabetic letter alpha, entry 5130, line 1

<νθηδών μέλισσα (iamb. ad. 24) κα πόλις Βοιωτίας (B



Ανθηδών όμως είναι και η Μέλισσα καθώς και κάποιο είδος μουσμουλιάς.

Ενδεικτικά αναφέρω ότι η Σαμοθράκη όπου πρωτολατρεύθηκαν οι Κάβειροι ονομαζεται και Μελίτη, όταν μέλιττα είναι η μέλισσα., και Μύλιττα η Αφροδίτη των Ασσυρίων.
Ενώ υπάρχει και ο μυθος του Κρητικού Γλαύκου που αναφέρει τον θανατό του τρίτου υιού του Μίνωα μέσα σ’ έναν πυθάρι από μέλι και την ανασταση του από τον μάντη Πολύιδο ή απο τον Ασκληπιό κατα κάποιους άλλους συγγραφείς.

  Ας επανέρθουμε όμως στα της πόλεως  της Ανθηδόνος όπου υπάρχει ιερό των Καβείρων. Να θυμήσω εδώ και την σύνδεση των Καβείρων με τον Νεβρώδ- όπου κατά την εβραική γραφή το Gheber δηλώνει τον πανίσχυρο και μέγα κυνηγός αλλα και τον Πρίγκηπα-κυβερνήτη που εναντιώθηκε ή ξεσηκώθηκε - βλέπε παλαιότερα κείμενα.- στα κείμενα εξάλλου έχουν δωθεί και τα ονόματα των Καβείρων καθώς ταυτίζονταιμε τον Δια, τον Διόνυσο αλλα και την Δήμητρα και τον Αδη.

Το ιερό λοιπόν των Καβείρων λοιπόν στην μέση της πόλης καθώς και άλσος όπως επίσης ναός της Δήμητρος αλλά και της κόρης αλλα και του Διονύσου καθώς και αντίστοιχα αγάλματα. Κοντά στην παραθαλάσσια περιοχή της πόλης  υπάρχει και το σημείο που ονομάζεται του  «Γλαύκου πήδημα»
Ο Γλαύκος ήταν ψαράς και λόγω του φυτού που έφαγε έγινε δαίμονας – θεός, θεότητα - της θάλασσας και αθάνατος, απέκτησε δε και μαντικές ικανότητες και προέλεγε ή προέβλεπε τα μελλούμενα στους ανθρώπους.

Pausanias Perieg., Graeciae descriptio
Book 9, chapter 22, section 5, line 4

… τ
ς δ Βοι-
ωτίας τ
ν ριστερ το Ερίπου Μεσσάπιον ρος
καλούμενον κα
π' ατ Βοιωτν π θαλάσσης πόλις
στν νθηδών· γενέσθαι δ τ πόλει τ νομα ο
μ
ν π νθηδόνος νύμφης, ο δ νθαν δυναστεσαι
λέγουσιν
νταθα, Ποσειδνός τε παδα κα λκυόνης
τ
ς τλαντος. . νθηδονίοις δ μάλιστά που κατ μέσον
τς πόλεως Καβείρων ερν κα λσος περ ατό στι,
πλησίον <δ> Δήμητρος κα τς παιδς νας κα γάλ-
ματα λίθου λευκο· Διονύσου τε ερν πεποίηται κα
γαλμα πρ τς πόλεως κατ τ ς τν πειρον.
νταθά εσι μν τάφοι τν φιμεδείας κα λωέως
παίδων· γενέσθαι δέ σφισι το βίου τν τελευτν
π πόλλωνος κατ τ ατ μηρος πεποιήκασι κα
Πίνδαρος, <προστίθησι δ Πίνδαρος,> ς πιλάβοι
τ χρεν ατος ν Νάξ τ πρ Πάρου κειμέν.
τούτων τε δή στι τ νθηδόνι μνήματα κα π τ  
θαλάσσ καλούμενον Γλαύκου πήδημα· εναι δ ατν
λιέα, κα πε τς πόας φαγε, δαίμονα ν θαλάσσ
γενέσθαι κα νθρώποις τ σόμενα ς τόδε προλέγειν
ο τε λλοι πιστ γηνται κα ο τν θάλασσαν πλέ-
οντες πλεστα νθρώπων ς τν Γλαύκου μαντικν
κατ τος καστον λέγουσι. Πινδάρ δ κα Ασχύλ
πυνθανομένοις παρ νθηδονίων, τ μν οκ π
πολ πλθεν σαι τ ς Γλακον, Ασχύλ δ κα
ς ποίησιν δράματος ξήρκεσε.

Εις την Βοιωτίαν, αριστερά του Ευρίπου, είναι το ονομαζόμενον Μεσσάπιον όρος και κάτωθεν αυτού είναι εις τα παράλια η Βοιωτική πόλις Άνθηδών. Μερικοί λέγουν ότι το όνομα εδόθη εις την πόλιν από την νύμφην 'Ανθηδόνα, άλλοι δε λέγουν ότι εις αυτό το μέρος εβασίλευσεν ο Άνθας, ο υιός του Ποσειδώνος και της Αλκυόνης, της κόρης του Άτλαντος. Εις το μέσον περίπου της πόλεως των Άνθηδονίων είναι ναός των Καβείρων  και γύρω του δάσος ιερόν, πλησίον δε υπάρχει και ναός της Δήμητρος και της κόρης της και αγάλματα μαρμάρινα. Επίσης είναι κατεσκευασμένος ναός τού Διονύσου και άγαλμα έμπροσθεν της πόλεως κατά το μέρος πού βλέπει προς την στερεάν. Εις αυτό το μέρος είναι οι τάφοι των παιδιών της Ίφιμεδείας και του Άλωέως' ότι δε ούτος έφονεύθη από τον Απόλλωνα, ομοίως έχουν γράψει εις τα ποιήματα των ό "Ομηρος και ό Πίνδαρος,...ότι τούς εύρεν ο θάνατος εις την Νάξον, ή οποία ευρίσκεται παρά πέρα από τήν Πάρον. Και τούτων λοιπόν υπάρχουν μνήματα εις την 'Ανθηδόνα Και πλησίον της θαλάσσης τό ονομαζόμενον πήδημα του Γλαύκου. Αυτός ήτο ψαράς και αφού έφαγεν από τα εκεί χόρτα, έγινε θεός θαλάσσιος και προλέγει τα μέλλοντα εις τούς ανθρώπους, και όσοι ταξιδεύουν εις την θάλασσαν λέγουν κάθε χρόνον σχετικά με την μαντικήν του Γλαύκου περισσότερα από όλους τούς ανθρώπους. "Οτε δέ ο Πίνδαρος και ο Αισχύλος εζήτησαν να μάθουν από τούς Άνθηδονίους τα κατ' αυτόν, ο μεν πρώτος δεν εσκέφθη να ύμνηση πολύ τα σχετικά με τον Γλαύκον, εις τον Αισχύλον όμως ήρκεσαν να σύνταξη τό δράμα.

Μιλά βέβαια ο Παυσανίας για τη χαμένη τραγωδία του Αισχύλου Γλαύκος Ποτνιεύς μέρος τετραλογίας με τις Φινεύς, Πέρσες και Προμηθεύς Πυροφόρος, που κέρδισε την πρώτη νίκη στα Διονύσια του 472 πΧ, Σ΄ αυτήν  ο ήρωας διέμενε στη Βοιωτία κι έτρεφε «άγριες» φοράδες. Μάλιστα για να τις κάνει ακόμα πιο πολεμικές, τις ταΐζε με κρέας ανθρώπων. Όταν ο γιος του Σίσυφου και της Μερόπης πήγε κάποτε να πάρει μέρος στα επιτάφια άθλα που οργάνωσε στην Ιωλκό ο Άκαστος για τον πατέρα του Πελία, οι φοράδες κατασπάραξαν το Γλαύκο μέσα στη μανία τους. Τούτο γιατί τα άμοιρα ζώα δεν έβρισκαν στη Θεσσαλική Ιωλκό την τροφή που είχαν συνηθίσει να τρώνε...



 Όμως ο Γλαύκος Ποτνιεύς θεωρείτε και λατρεύεται ως ο τοπικός ήρωας της περιοχής των αρχαίων Ποτνιών στην Θήβα.. Νοτιοδυτικά της Ακροπολης της Καδμείας, αποκαλύφθηκε από τους Α. Ανδρειωμένου και Β. Αραβαντινό (1993-1997) νεκροταφείο υστερογεωμετρικών χρόνων με σημαντικότατα ευρήματα.  Η περιοχή ταυτίστηκε με βεβαιότητα με τις αρχαίες Ποτνιές, δορυφορικό οικισμό των Θηβών, που αναφέρονται από τον περιηγητή Παυσανία και στις οποίες λατρεύονταν οι Πότνιες θεές Δήμητρα και Κόρη, ο Διόνυσοςκαι ο τοπικός ήρωας Γλαύκος Ποτνιεύς. 


 Η Ανθηδών αναφέρεται και στην Ιλιάδα στον κατάλογο των πλοίων  και θεωρείται ως η πιο απομακρυσμένη από γεωγραφικής απόψεως πόλη των Βοιωτών προς τον βόρειο Ευβοϊκό κόλπο, τα κάτωθι κατά τον ‘Ομηρον.

ΙΛΙΑΔΟΣ  -  ΡΑΨΩΔΙΑ  Β΄(στίχοι  : 494-590) [Μετάφραση : Ιάκωβου Πολυλά]


Νσν τε ζαθην 'Ανθηδόνα τ σχατωσαν·
τν μν πεντκοντα νες κον, ν δ κστ
κοροι Βοιωτν κατν κα εκοσι βανον.                510
η θεία Νίσα, η Μίδεια, η Άρνη αμπελοφόρα,

…και όσοι από την έσχατην έφθασαν Ανθηδόνα.
Πενήντα ήσαν τα πλοία των κι επάνω στο καθένα
ήσαν εκατόν είκοσι των Βοιωτών αγόρια.

‘Ομοια και ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ευστάθιος αντιγράφοντας σχόλια άλλων συγγραφέων για την Ιλιάδα και την Οδύσσεια στο έργο του «Παρεκβολα εις την Ομήρου Ιλιάδα κα Οδύσσειαν" δίδει την ίδια προέλευση για την ονομασία της Ανθηδώνος από τον Ανθίο ή ο Άνθη/α 


Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Iliadem
Volume 1, page 415, line 14

  δ νθηδν
καλεται μν οτω δι τ ατς νθηρν π νθηδόνος νθίου, πογόνου
Ποσειδνος. συνκισαν δ ατν Θρκες· δι κα Λυκόφρων Θρηϊκίην
νθηδόνα φησίν. κ ταύτης Γλακος, θαλάσσιος δαίμων κατ τν μθον, ς
χθν ες γν κθετον δν λειπόμενον το ζν καί τινος βοτάνης ψαύσαντα κα
ναζωπυρηθέντα ες περ ν κα τς θαλάσσης αθις γενόμενον μιμεται κα
τς ατς πόας μφαγν καθάλλεται ες θάλασσαν κα ες κτος μεταβαλν
παθανατίζεταί, φασίν. λιέων δ ν ριστος κα νήξασθαι δεινότατος κα
μβραδναι τ βυθ καθ καί τινι χέρσ επνους. κα τατα τν περ ατο
μθον πλασθναι πιθανς χορήγησαν· [Παρ δ τος παλαιος γένος το
Γλαύκου τούτου ποιεται τοιόνδε· «νθηδών νύ τίς στιν π πλευροο θαλάσσης
ντίον Εβοίης. νθεν γ γένος εμί· πατρ δέ με γείνατο Κωπεύς». ναυτικς
δέ, φασί, κα κολυμβητς γαθς γενόμενος πόντιος καλετο, Σύμης ραστής,
μώνυμος ν Καρί νσος Σύμη. δεται δ κα τς ργος δημιουργς
γενέσθαι κα κυβερνν ατήν, τε άσων Τυρρηνος μάχετο, μόνος ατς τρωτος ν τ ναυμαχί μεναι. τν δ βοτάνην, ν φαγν τρωτος κα θάνατος λέχθη γενέσθαι, γρωστιν επεν γράψας τ «κα θεν γρωστιν ερες, ν   Κρόνος κατέσπειρε». μαθεν δ ατν λέγεται κατ μέν τινας π χθύος, κατ δ λλους π λαγ τεθηραμένου, ν λειποθυμοντα κ διώξεως παχθναι πό τινι κρήν κα πό παρακειμέν πομάσσειν τ ζον δη ψυχόμενον· ς δ νεζωπύρησεν λαγς τ βοτάν, πιγνούς, φασίν, Γλακος ατς τν δύναμιν νέφαγε κα οτως νθεος γενόμενος ες θάλασσαν αυτν ξέρριψε κα τ ντεθεν λαβς νδέδωκε τ μύθ οίδιμον θέσθαι ατόν. κα τοιατα μν κα τατα περ το νθηδονίου Γλαύκου.] νηγορεύθη δέ, φασί, Νίκων παγκρατιαστς νθηδόνιος. κα Λεωνίδας δ ζωγράφος νθηδόνιος ν,μαθητς Εφράνορος. κεται δ παρ τν Εριπον νθηδών, περ ς κα
οτω γράφεται· «νθηδν πόλις, λιμένα χουσα, σχάτη τς Βοιωτικς
παραλίας τς πρς Εβοί». (v. 512 – 6) τι τριάκοντα νες σαν «σκαλάφ
κα αλμέν, ος τέκεν στυόχη δόμ κτορος ζείδαο», γουν υο
ζέως, νδρς οτω καλουμένου, «παρθένος αδοίη περώϊον εσαναβσα,
ρηϊ κρατερ· δέ ο παρελέξατο λάθρ». κα σημείωσαι, τι παρθένιο...



Η εκδοχή του Ευστάθιου μιλά και για διαφορετικές εκδοχές αθανασίας του Γλαύκου καθώς τον θέλει να είναι ένας από τους δημιουργούς και κυβερνήτες της Αργούς και κολυμβητής αγαθός. Άτρωτος  ή και αθάνατος στην ναυμαχία καθώς έχει φάει από το βότανο που κατέσπειρε ο Κρόνος και έμαθε γι αυτό από έναν ιχθύν ή από έναν λαγό που ενώ το ζώο είχε ξεψυχήσει, τρώγοντας το βοτάνι ξαναζωντάνεψε….



 συνεχίζεται ...