Παρασκευή 29 Μαΐου 2020

ἄναξ Διὸς υἱὸς Ἀπόλλων

Στον Ομηρικό ύμνο προς τον Πύθειο Απόλλωνα θα δούμε την σύνδεση με τους Μινωϊτες Κρήτες που θα ιερουργήσουν για πρώτη φορά στον ναό των Δελφών, φερμένοι από τον ίδιο τον Απόλλωνα στον ιερό τόπο. 

Οι Δελφοί φαίνεται να είναι πρώτος σταθμός μετοικεσίας, και η ανεύρεση του Μαντείου από προσωπικότητα κρητικής προέλευσης ερμηνεύεται ως μαρτυρία εποικισμού των Δελφών από Κρήτες

Στον Ομηρικό ύμνο λέγεται ότι μια ομάδα ενθουσιωδών Κρητών επιβιβάστηκε από την Κνωσσό σε ένα πλοίο για να μεταφέρει στους Δελφούς τη λατρεία του Απόλλωνα. Σχετικά ο ύμνος μάς πληροφορεί: Το μαντείο των Δελφών ιδρύθηκε από τον Απόλλωνα, το πρώτο στον κόσμο που φανέρωνε στους ανθρώπους την αλάθευτη βουλή του Δία. Την απόφαση πήρε ο Απόλλων από την πρώτη μέρα που γεννήθηκε. Σαν το έστησε, έσπευσε προς αναζήτηση των ανθρώπων που θα το φρόντιζαν. Τώρα ο θεός έπρεπε να νοιαστεί να βρει τους ιερείς που θα έβαζε να τον υπηρετούν στις θυσίες και να φανερώνουν κάτω από την ιερή δάφνη τα προφητικά του λόγια στους προσκυνητές. Καθώς αγνάντευε από τα ύψη του Παρνασσού και η ματιά του, σαν θεός που ήταν, αγκάλιαζε όλες τις ελληνικές θάλασσες, είδε ένα καράβι που αρμένιζε στο Κρητικό πέλαγος. Ερχόταν από την Κνωσσό, τη μεγάλη πολιτεία του Μίνωα, και ήταν ναυλωμένο από εμπόρους που ταξίδευαν για την Πύλο της Τριφυλίας, να πουλήσουν και να αγοράσουν. Ο Θεός δεν αργεί να πάρει την απόφασή του. Αυτοί οι Κρητικοί θα γίνονταν οι πρώτοι ιερείς των Δελφών. Τρέχει, λοιπόν, και βρίσκεται κοντά στο καράβι, μεταμορφώνεται σε πελώριο δελφίνι, δίνει έναν πήδο και ξαπλώνει φαρδύς πλατύς στο κατάστρωμα. Έτσι, γι' αλλού κίνησαν και αλλού, στον κόλπο της Κρίσας, βγήκαν, σύμφωνα με τις βουλές του Απόλλωνα. Κρήτες, λοιπόν, οι πρώτοι ιερείς, που τους πρόσταξε ο θεός μόνο μην το πάρουν πάνω τους όπως συνηθίζουν οι άνθρωποι κι αρχίσουν μαλώματα και αδικίες. Γιατί, τους προειδοποίησε, άλλοι θα έρθουν να σας κυβερνήσουν, κι εσείς θ' αναγκαστείτε να σκύψετε το κεφάλι για πάντα μπροστά τους.


Η προειδοποίηση του θεού στους ιερείς, να ακολουθούν πιστά τις εντολές του αλλιώς θα έπαυαν να κυβερνούν το μαντείο, είναι μια μαντεία που πλάστηκε αργότερα για να εξηγήσει ορισμένες ιστορικές αλλαγές. Στα χρόνια του ποιητή, η επιστασία του μαντείου δεν βρισκόταν πια στα χέρια Κρητικών και έπρεπε να βρεθεί ο λόγος της μεταβολής αυτής. Οι Κρητικοί ιερείς το είχαν σιγά-σιγά πάρει πάνω τους και δεν εξυπηρετούσαν πια τους ανθρώπους όπως είχε ορίσει ο Απόλλωνος, γι' αυτό χρειάστηκε να αντικατασταθούν. Αντικατάσταση που, κατά μία ερμηνεία, αποδίδει τον τερματισμό της κυριαρχίας της μινωικής Κρήτης.

 

• ἔνθα ἄναξ τεκμήρατο Φοῖβος Ἀπόλλων 285

νηὸν ποιήσασθαι ἐπήρατον εἶπέ τε μῦθον•

ἐνθάδε δὴ φρονέω τεῦξαι περικαλλέα νηὸν

ἔμμεναι ἀνθρώποις χρηστήριον, οἵ τέ μοι αἰεὶ

ἐνθάδ’ ἀγινήσουσι τεληέσσας ἑκατόμβας,

ἠμὲν ὅσοι Πελοπόννησον πίειραν ἔχουσιν, 290

ἠδ’ ὅσοι Εὐρώπην τε καὶ ἀμφιρύτας κατὰ νήσους,

χρησόμενοι• τοῖσιν δ’ ἄρ’ ἐγὼ νημερτέα βουλὴν

πᾶσι θεμιστεύοιμι χρέων ἐνὶ πίονι νηῷ.

 

Εκεί ο αφέντης Φοίβος έκρινε πως ταιριάζει

να χτίσει ποθητό ναό κι αυτά τα λόγια είπε:

«Εδώ πανέμορφο ναό στοχάζομαι να χτίσω

να γίνει για τους ανθρώπους χώρος χρησμών

 να φέρνουν θυσίες αψεγάδιαστες πολλών βοδιών

για μένα όσοι στην Πελοπόννησο την εύφορη διαμένουν,

 όσοι στα θαλασσόβρεχτα νησιά και στην Ευρώπη,

για να παίρνουν καλούς χρησμούς• γι’ αυτούς

χρησμοδοτώντας

μέσα στον πλούσιο ναό θα λέω θεών σκέψεις».

 

Ὣς φάτο καί σφιν θάρσος ἐνὶ στήθεσσιν ἔθηκε.

τὸν καὶ ἀμειβόμενος Κρητῶν ἀγὸς ἀντίον ηὔδα•

ξεῖν’, ἐπεὶ οὐ μὲν γάρ τι καταθνητοῖσι ἔοικας,

οὐ δέμας οὐδὲ φυήν, ἀλλ’ ἀθανάτοισι θεοῖσιν, 465

οὖλέ τε καὶ μέγα χαῖρε, θεοὶ δέ τοι ὄλβια δοῖεν.

καί μοι τοῦτ’ ἀγόρευσον ἐτήτυμον ὄφρ’ εὖ εἰδῶ•

τίς δῆμος; τίς γαῖα; τίνες βροτοὶ ἐγγεγάασιν;

ἄλλῃ γὰρ φρονέοντες ἐπεπλέομεν μέγα λαῖτμα

ἐς Πύλον ἐκ Κρήτης, ἔνθεν γένος εὐχόμεθ’ εἶναι• 470

νῦν δ’ ὧδε ξὺν νηὶ κατήλθομεν οὔ τι ἑκόντες

νόστου ἱέμενοι ἄλλην ὁδὸν ἄλλα κέλευθα•

ἀλλά τις ἀθανάτων δεῦρ’ ἤγαγεν οὐκ ἐθέλοντας.

Τοὺς δ’ ἀπαμειβόμενος προσέφη ἑκάεργος Ἀπόλλων•

ξεῖνοι, τοὶ Κνωσὸν πολυδένδρεον ἀμφενεμεσθε 475

τὸ πρίν, ἀτὰρ νῦν οὐκ ἔθ’ ὑπότροποι αὖτις ἔσεσθε

ἔς τε πόλιν ἐρατὴν καὶ δώματα καλὰ ἕκαστος

ἔς τε φίλας ἀλόχους, ἀλλ’ ἐνθάδε πίονα νηὸν

ἕξετ’ ἐμὸν πολλοῖσι τετιμένον ἀνθρώποισιν•

εἰμὶ δ’ ἐγὼ Διὸς υἱός, Ἀπόλλων δ’ εὔχομαι εἶναι, 480

ὑμέας δ’ ἤγαγον ἐνθάδ’ ὑπὲρ μέγα λαῖτμα θαλάσσης

οὔ τι κακὰ φρονέων, ἀλλ’ ἐνθάδε πίονα νηὸν

ἕξετ’ ἐμὸν πᾶσιν μάλα τίμιον ἀνθρώποισι,

βουλάς τ’ ἀθανάτων εἰδήσετε, τῶν ἰότητι

αἰεὶ τιμήσεσθε διαμπερὲς ἤματα πάντα. 485

ἀλλ’ ἄγεθ’ ὡς ἂν ἐγὼ εἴπω πείθεσθε τάχιστα•

ἱστία μὲν πρῶτον κάθετον λύσαντε βοείας,

νῆα δ’ ἔπειτα θοὴν ἀν’ ἐπ’ ἠπείρου ἐρύσασθε,

ἐκ δὲ κτήμαθ’ ἕλεσθε καὶ ἔντεα νηὸς ἐίσης,

καὶ βωμὸν ποιήσατ’ ἐπὶ ῥηγμῖνι θαλάσσης, 490

πῦρ ἐπικαίοντες ἐπί τ’ ἄλφιτα λευκὰ θύοντες•

εὔχεσθαι δὴ ἔπειτα παριστάμενοι περὶ βωμόν.

ὡς μὲν ἐγὼ τὸ πρῶτον ἐν ἠεροειδέϊ πόντῳ

εἰδόμενος δελφῖνι θοῆς ἐπὶ νηὸς ὄρουσα,

ὣς ἐμοὶ εὔχεσθαι Δελφινίῳ• αὐτὰρ ὁ βωμὸς 495

αὐτὸς δέλφιος καὶ ἐπόψιος ἔσσεται αἰεί.

δειπνῆσαί τ’ ἄρ’ ἔπειτα θοῇ παρὰ νηῒ μελαίνῃ,

καὶ σπεῖσαι μακάρεσσι θεοῖς οἳ Ὄλυμπον ἔχουσιν.

αὐτὰρ ἐπὴν σίτοιο μελίφρονος ἐξ ἔρον ἧσθε,

ἔρχεσθαί θ’ ἅμ’ ἐμοὶ καὶ ἰηπαιήον’ ἀείδειν 500

εἰς ὅ κε χῶρον ἵκησθον, ἵν’ ἕξετε πίονα νηόν.

Ὣς ἔφαθ’• οἱ δ’ ἄρα τοῦ μάλα μὲν κλύον ἠδ’ ἐπίθοντο.

ἱστία μὲν πρῶτον κάθεσαν, λῦσαν δὲ βοείας,

ἱστὸν δ’ ἱστοδόκῃ πέλασαν προτόνοισιν ὑφέντες,

ἐκ δὲ καὶ αὐτοὶ βαῖνον ἐπὶ ῥηγμῖνι θαλάσσης, 505

ἐκ δ’ ἁλὸς ἤπειρον δὲ θοὴν ἀνὰ νῆ’ ἐρύσαντο

ὑψοῦ ἐπὶ ψαμάθοις, ὑπὸ δ’ ἕρματα μακρὰ τάνυσσαν,

καὶ βωμὸν ποίησαν ἐπὶ ῥηγμῖνι θαλάσσης•

πῦρ δ’ ἐπικαίοντες ἐπί τ’ ἄλφιτα λευκὰ θύοντες

εὔχονθ’ ὡς ἐκέλευε παριστάμενοι περὶ βωμόν. 510

δόρπον ἔπειθ’ εἵλοντο θοῇ παρὰ νηῒ μελαίνῃ,

καὶ σπεῖσαν μακάρεσσι θεοῖς οἳ Ὄλυμπον ἔχουσιν.

αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο

βάν ῥ’ ἴμεν• ἦρχε δ’ ἄρα σφιν ἄναξ Διὸς υἱὸς Ἀπόλλων

φόρμιγγ’ ἐν χείρεσσιν ἔχων ἐρατὸν κιθαρίζων 515

καλὰ καὶ ὕψι βιβάς• οἱ δὲ ῥήσσοντες ἕποντο

Κρῆτες πρὸς Πυθὼ καὶ ἰηπαιήον’ ἄειδον,

οἷοί τε Κρητῶν παιήονες οἷσί τε Μοῦσα

ἐν στήθεσσιν ἔθηκε θεὰ μελίγηρυν ἀοιδήν.

ἄκμητοι δὲ λόφον προσέβαν ποσίν, αἶψα δ’ ἵκοντο 520

Παρνησὸν καὶ χῶρον ἐπήρατον ἔνθ’ ἄρ’ ἔμελλεν

οἰκήσειν πολλοῖσι τετιμένοι ἀνθρώποισι•

δεῖξε δ’ ἄγων ἄδυτον ζάθεον καὶ πίονα νηόν.

τῶν δ’ ὠρίνετο θυμὸς ἐνὶ στήθεσσι φίλοισι•

τὸν καὶ ἀνειρόμενος Κρητῶν ἀγὸς ἀντίον ηὔδα• 525

ὦ ἄν’ ἐπεὶ δὴ τῆλε φίλων καὶ πατρίδος αἴης

ἤγαγες• οὕτω που τῷ σῷ φίλον ἔπλετο θυμῷ•

πῶς καὶ νῦν βιόμεσθα; τό σε φράζεσθαι ἄνωγμεν.

οὔτε τρυγηφόρος ἥδε γ’ ἐπήρατος οὔτ’ εὐλείμων,

ὥς τ’ ἀπό τ’ εὖ ζώειν καὶ ἅμ’ ἀνθρώποισιν ὀπηδεῖν. 530

Τοὺς δ’ ἐπιμειδήσας προσέφη Διὸς υἱὸς Ἀπόλλων•

νήπιοι ἄνθρωποι δυστλήμονες οἳ μελεδῶνας

βούλεσθ’ ἀργαλέους τε πόνους καὶ στείνεα θυμῷ•

ῥηΐδιον ἔπος ὔμμ’ ἐρέω καὶ ἐπὶ φρεσὶ θήσω.

δεξιτερῇ μάλ’ ἕκαστος ἔχων ἐν χειρὶ μάχαιραν 535

σφάζειν αἰεὶ μῆλα• τὰ δ’ ἄφθονα πάντα παρέσται,

ὅσσα τ’ ἐμοί κ’ ἀγάγωσι περικλυτὰ φῦλ’ ἀνθρώπων•

νηὸν δὲ προφύλαχθε, δέδεχθε δὲ φῦλ’ ἀνθρώπων

ἐνθάδ’ ἀγειρομένων καὶ ἐμὴν ἰθύν τε μάλιστα

ἠέ τι τηΰσιον ἔπος ἔσσεται ἠέ τι ἔργον, 540

ὕβρις θ’, ἣ θέμις ἐστὶ καταθνητῶν ἀνθρώπων,

ἄλλοι ἔπειθ’ ὑμῖν σημάντορες ἄνδρες ἔσονται,

τῶν ὑπ’ ἀναγκαίῃ δεδμήσεσθ’ ἤματα πάντα.

εἴρηταί τοι πάντα, σὺ δὲ φρεσὶ σῇσι φύλαξαι.

 Καὶ σὺ μὲν οὕτω χαῖρε Διὸς καὶ Λητοῦς υἱέ• 545

αὐτὰρ ἐγὼ καὶ σεῖο καὶ ἄλλης μνήσομ’ ἀοιδῆς.

---

«Ξένοι, ποιοι είστε; Από πού αρμενίζετε δρόμους υγρούς;

Για εμπόριο ή άσκοπα τριγυρνάτε όπως ληστές

στη θάλασσα μέσα περιπλανιούνται

ριψοκινδυνεύοντας και κάνοντας κακό σ' άλλους;

Τι κάθεστε λυπημένοι και δε βγήκατε έξω,

δε βγάλατε τα σύνεργα του μαύρου σας του πλοίου;

Αλλ’ είναι σωστό γι’ ανθρώπους δραστήριους εκείνο,

όταν φτάσουν σε μια στεριά τη θάλασσα περνώντας

 χορτασμένοι την κούραση να λαχταρούν αμέσως

το νόστιμο το φαγητό βαθιά μες στην ψυχή τους».

Έτσι μίλησε και θάρρος τους έβαλε στα στήθη.

Τότε ο αρχηγός των Κρητών του είπε απαντώντας:

«Ξένε, που διόλου δε μοιάζεις με τους θνητούς ανθρώπους

στο σώμα, στην κορμοστασιά, αλλά με αθανάτους,

γεια και χαρά, ευτυχία οι θεοί ας σου δίνουν.

Και πες μου αυτό ειλικρινά, για να το καλοξέρω.

Ποιος λαός; Ποια γη; Ποιοι θνητοί μένουν σ’ αυτόν τον τόπο;

 Την απέραντη θάλασσα σχίζαμε μ’ άλλες σκέψεις,

 για Πύλο από την Κρήτη, πατρίδα μας που είναι-

αθέλητά μας ήρθαμε τώρα εδώ με πλοίο-

 θέλαμε να γυρίσουμε απ’ άλλα μονοπάτια και δρόμους,

μα κάποιος θεός μας έφερε εδώ πέρα».

Ο μακρορίχτης Απόλλωνας του είπε απαντώντας:

 «Ξένοι, όσοι πριν μένατε στην Κνωσό με τα δέντρα

τα πολλά, δε θα έχετε γυρισμό από εδώ και πέρα

στην πόλη την αγαπητή, στο σπίτι του ο καθένας,

 στις γυναίκες σας, αλλ’ εδώ τον πλούσιο ναό μου

θα έχετε, που έχει τιμή από πολλούς ανθρώπους.

Είμαι του Δία γιος, Φοίβος καυχιέμαι ότι είμαι-

σας οδήγησα ως εδώ απ’ τα κύματα πάνω

χωρίς κακές σκέψεις- εδώ τον πλούσιο ναό μου

θα έχετε, που έχει τιμή από πολλούς ανθρώπους

-θα ξέρετε βουλές θεών και με τη θέλησή τους

μα θα σας τιμούν οι άνθρωποι σε όλη τη ζωή σας.

Όμως ελάτε, όπως θα πω, και γρήγορα πεισθείτε.

Πρώτα του πλοίου τα πανιά λύστε και κατεβάστε.

έπειτα σύρτε στη στεριά το γρήγορο σας πλοίο,

ξάρτια βγάλτε από το πλοίο το καλοζυγισμένο

και στην ακτή της θάλασσας βωμό για μένα στήστε-

 σε φωτιά με κριθάλευρα τις προσφορές σας κάντε

και γύρω-γύρω απ’ το βωμό να μου προσευχηθείτε.

'Όπως στη σκοτεινιασμένη θάλασσα εγώ σας

ήρθα στο γρήγορο το πλοίο σας μοιάζοντας με δελφίνι,

σ’ εμένα να προσεύχεστε σαν δελφίνιος να ’μουν-

και ο βωμός δελφίνιος, περίοπτος θα είναι.

Έπειτα δείπνο στρώσετε πλάι στο γοργό το πλοίο,

 χάνετε σπονδή στους θεούς που τον Όλυμπο έχουν.

Όταν φάτε τα νόστιμα τα φαγητά σας,

τότε  μαζί μου ελάτε, ψάλλετε τον ύμνο στον Παιάνα,

ωσότου πια θα φτάσετε στον πλούσιο ναό μου».

Έτσι είπε" αυτοί άκουγαν και δέχονταν το λόγο.

Έλυσαν και κατέβασαν τα πανιά απ’ το πλοίο,

έλυσαν λουριά κι έβαλαν στη θήκη το κατάρτι-

κι οι ίδιοι τότε έβγαιναν στης θάλασσας την άκρη-

απ’ τη θάλασσα στη στεριά το γοργό πλοίο τότε

έσυραν στον άμμο πάνω πια σε μακριές βάσεις

και τότε έχτισαν βωμό στης θάλασσας την άκρη-

στη φωτιά με κριθάλευρα έκαναν τις θυσίες

όπως τους είχε προστάζει στο βωμό γύρω-γύρω.

Έπειτα πήραν το δείπνο πλάι στο μαύρο πλοίο

 κι έκαναν σπονδή στους θεούς τους κάτοχους του Ολύμπου.

Αφού τον πόθο χόρτασαν της πείνας και της δίψας,

κίνησαν- μπροστά τους ήταν ο γιος του Δία Φοίβος

με μια λύρα στα χέρια του όμορφα παίζοντας την

και πηδώντας- οι Κρήτες αυτόν ακολουθούσαν

προς τους Δελφούς- στον Παιάνα ύμνο τους τραγουδούσαν

όπως οι Κρήτες τραγουδούν- στα στήθη τους η Μούσα

η θεότητα έβαλε γλυκύτατο τραγούδι.

Χωρίς να νιώσουν κούραση ανέβηκαν το λόφο-

πήγαν γοργά στον Παρνασσό, σ’ όμορφο τόπο όπου

θα κατοικούσε με τιμές από πολλούς ανθρώπους-

ιερό άδυτο, ναό τους έδειξε με πλούτο.

Ξεσηκωνόταν η ψυχή σ’ αυτών τα στήθη μέσα-

τότε ο ηγέτης των Κρητών του έλεγε ρωτώντας:

«Αφέντη, απ’ τη γη μας και φίλους μακριά μας πήγες.

Αυτό βέβαια ήταν αρεστό βαθιά μες στην ψυχή σου.

Πώς πιο πέρα θα ζήσουμε; Πες μας, παρακαλούμε.

Η όμορφη γη δεν έχει καρπούς, καλά λιβάδια,

Μα να ζούμε καλά, να ’χουμε σχέσεις με τους ανθρώπους».

Χαμογελώντας τους είπε ο γιος του Δία Φοίβος:

«Ανόητοι και δύστυχοι, που να έχετε έγνοιες θέλετε,

κόπους δύσκολους, στεναγμούς στην ψυχή σας.

Εύκολο λόγο θα σας πω, θα βάλω στην ψυχή σας.

Στο δεξί χέρι έχοντας καθένας το μαχαίρι

σφάζετε πάντα πρόβατα- άφθονα θα σας είναι

όσα τα ξακουστά γένη των θνητών θα μου φέρνουν.

Φυλάτε το ναό, γένη δεχθείτε των ανθρώπων

που θα μαζεύονται εδώ, προπάντων το σκοπό μου.

Αν πείτε λόγο άστοχο, αν κάνετε μια πράξη άστοχη,

 μια αλαζονεία, όπως θνητοί το κάνουν,

τότε άλλοι αρχηγοί σας θα είναι στη ζωή σας

και θα σας εξουσιάζουν στη ζωή άθελά σας.

Περι Δελφίνιου Απόλλωνα και δελφινιών εδώ κάποια ενδεικτικά προγενέστερα κείμενα

Πύθωνα τὸν δράκοντα κατετόξευσεν ΙΙ

τίς δ' ἐστὶν ὁ καλούμενος ἱερὸς ἰχθύς;

 Περί των μελισσών και των Κρητών κάποια παλαιότερα κείμενα ενδεικτικά:

Μελισσών βασιλεύς

Περί Ιδαίων δακτύλων

Αδράστεια θυγάτηρ Μελίσσου

 Στον Ομηρικό ύμνο του Ερμού μαθαίνουμε για την παραχώρηση της λύρας στον αδερφό του Απόλλωνα ως είδος συμφιλίωσης και συγνώμης για την κλοπή των γελαδιών του. Ταυτόχρονα όμως, ο Ερμής  ζητά να μάθει την τέχνη της μαντικής, όπως ο ίδιος ο Φοίβος την έχει λάβει ως δώρο από τον πατέρα του τον Δία. Ο Ερμής, στον μεταξύ τους διάλογο, τον ονομάζει μυαλωμένο και μακρορίχτη (εἰρωτᾷς μ' Ἑκάεργε)  και του θυμίζει τα δίκαια και ακριβά δώρα που έχει λάβει από τον πατέρα του όπως και το χάρισμα της μαντείας ή προφητείας. 

Hymni Homerici, In Mercurium

Line 471

φιλεῖ δέ σε μητίετα Ζεὺς

ἐκ πάσης ὁσίης, ἔπορεν δέ τοι ἀγλαὰ δῶρα·

καὶ τιμὰς σὲ δέ φασι δαήμεναι ἐκ Διὸς ὀμφῆς

μαντείας θ' Ἑκάεργε Διὸς πάρα, θέσφατα πάντα·

τῶν νῦν αὐτὸς ἔγωγε † παῖδ' ἀφνειὸν † δεδάηκα.

 

Και λένε πως από χάρισμα του Δια καλοξέρεις

Μαντεύματα, μακρορίχτη, όλες τις μαντοσύνες

Ξέρω κι εγώ πως η πηγή των μαντευμάτων είσαι.

Ότι πολύ επιθυμείς μπορείς και να το ξέρεις.

 Με αφορμή την κουβέντα τους με τον Ερμή ο Απόλλων μας δίνει απλόχερα πληροφορίες για το μαντείο, την μαντική τέχνη του καθώς και τις τρείς προφήτισσες που βρίσκονται στον ναό των Δελφών…εκείνες που της χαρίζει στον Ερμή για να τον πληροφορούν για τα μελλούμενα για να ενημερώνει κι εκείνος με τη σειρά τους ανθρώπους.

Οι τρείς Θρίαι δεν είναι τιποτ΄ άλλο παρά οι ίδιες οι  μέλισσες οι μάντισσες και οι ιέρειες του ιερού ναού του και του χρηστηρίου του.

Με την γύρη να σκεπάζει τα κεφάλια τους, τρέφονται με αγνό μέλι και έχουν γρήγορα φτερά στις πλάτες τους..

 

τῶν ἀγαθῶν ὅσα φημὶ δαήμεναι ἐκ Διὸς ὀμφῆς.

μαντείην δὲ φέριστε διοτρεφὲς ἣν ἐρεείνεις

οὔτε σὲ θέσφατόν ἐστι δαήμεναι οὔτε τιν’ ἄλλον

ἀθανάτων• τὸ γὰρ οἶδε Διὸς νόος• αὐτὰρ ἐγώ γε 535

πιστωθεὶς κατένευσα καὶ ὤμοσα καρτερὸν ὅρκον

μή τινα νόσφιν ἐμεῖο θεῶν αἰειγενετάων

ἄλλον γ’ εἴσεσθαι Ζηνὸς πυκινόφρονα βουλήν.

καὶ σὺ κασίγνητε χρυσόρραπι μή με κέλευε

θέσφατα πιφαύσκειν ὅσα μήδεται εὐρύοπα Ζεύς. 540

ἀνθρώπων δ’ ἄλλον δηλήσομαι, ἄλλον ὀνήσω,

πολλὰ περιτροπέων ἀμεγάρτων φῦλ’ ἀνθρώπων.

καὶ μὲν ἐμῆς ὀμφῆς ἀπονήσεται ὅς τις ἂν ἔλθῃ

φωνῇ τ’ ἠδὲ ποτῇσι τεληέντων οἰωνῶν•

οὗτος ἐμῆς ὀμφῆς ἀπονήσεται οὐδ’ ἀπατήσω. 545

ὃς δέ κε μαψιλόγοισι πιθήσας οἰωνοῖσι

μαντείην ἐθέλῃσι παρὲκ νόον ἐξερεείνειν

ἡμετέρην, νοέειν δὲ θεῶν πλέον αἰὲν ἐόντων,

φήμ’ ἁλίην ὁδὸν εἶσιν, ἐγὼ δέ κε δῶρα δεχοίμην.

ἄλλο δέ τοι ἐρέω Μαίης ἐρικυδέος υἱὲ 550

καὶ Διὸς αἰγιόχοιο, θεῶν ἐριούνιε δαῖμον•

σεμναὶ γὰρ τινες εἰσὶ κασίγνηται γεγαυῖαι

παρθένοι ὠκείῃσιν ἀγαλλόμεναι πτερύγεσσι

τρεῖς• κατὰ δὲ κρατὸς πεπαλαγμέναι ἄλφιτα λευκὰ

οἰκία ναιετάουσιν ὑπὸ πτυχὶ Παρνησοῖο 555

μαντείης ἀπάνευθε διδάσκαλοι, ἣν ἐπὶ βουσὶ

παῖς ἔτ’ ἐὼν μελέτησα• πατὴρ δ’ ἐμὸς οὐκ ἀλέγιζεν.

ἐντεῦθεν δὴ ἔπειτα ποτώμεναι ἄλλοτε ἄλλη

κηρία βόσκονται καὶ τε κραίνουσιν ἕκαστα.

αἱ δ’ ὅτε μὲν θυίωσιν ἐδηδυῖαι μέλι χλωρὸν 560

προφρονέως ἐθέλουσιν ἀληθείην ἀγορεύειν

ἢν δ’ ἀπονοσφισθῶσι θεῶν ἡδεῖαν ἐδωδὴν

ψεύδονται δὴ ἔπειτα δι’ ἀλλήλων δονέουσαι.

τάς τοι ἔπειτα δίδωμι, σὺ δ’ ἀτρεκέως ἐρεείνων

σὴν αὐτοῦ φρένα τέρπε, καὶ εἰ βροτὸν ἄνδρα δαείῃς, 565

πολλάκι σῆς ὀμφῆς ἐπακούσεται αἴ κε τύχῃσι.

---

 Ωστόσο, διογέννητε, ρωτάς για τη μαντεία-

…αυτό δεν είναι ορισμένο να ξέρεις συ ή άλλος

αθάνατος- αυτό μόνο ο νους του Δία ξέρει.

Αυτό μου εμπιστεύθηκε κι έκανα τρανό όρκο,

 πως κανένας αθάνατος μ’ εξαίρεση εμένα

τη σκέψη τη στοχαστική του Δία δε θα ξέρει.

Συ, χρυσόραβδε αδερφέ, μη θες να φανερώσω

όσα θεϊκά σκέφτεται ο βροντόφωνος Δίας.

Άλλον θα βλάψω απ’ τους θνητούς,

άλλον θα ωφελήσω τριγυρνώντας

γένη πολλά κακόμοιρων ανθρώπων.

Ο λόγος μου θα ωφελεί κάποιον που

θα μου έρθει με των τέλειων οιωνών το πέταγμα,

το λόγο-ο λόγος μου θα ωφελεί, δε θα τον ξεγελάσω.

Αλλ' όποιος δεχτεί οιωνούς που φλυαρούν ασκόπως

και μου ζητεί παράλογα μαντεία να του δώσω,

απ’ τους αιώνιους θεούς και πιο πολλά να ξέρει,

τραβάει δρόμο μάταιο, τα δώρα του θα πάρω.

Και κάτι άλλο θα σου πω, γιε της ξακουστής Μαίας,

του ασπιδοφόρου Δία, θεέ θεών βοήθεια.

Υπάρχουν τρεις σεβάσμιες, αδερφές γεννημένες,

κοπέλες που έχουν χαρά τα γρήγορα φτερά τους•

στην κεφαλή κριθάλευρο πασπαλισμένο έχουν

και στις πτυχές του Παρνασσού κατοικημένες είναι-

τη μαντική διδάσκουν ‘κεί βόσκοντας τις γελάδες

μικρός αυτή μελέτησα- πατέρας δε νοιαζόταν.

Κάθε τόσο από εκεί εδώ και εκεί πετώντας

κερήθρες γεύονται, όλα ρυθμίζουν όσα έχουν.

Όταν πια έχουν έμπνευση τρώγοντας φρέσκο μέλι,

πρόθυμα την αλήθεια να φανερώσουν θέλουν-

αλλ’ αν τη θεϊκή τροφή τη νόστιμη δεν έχουν,

η μια την άλλη σπρώχνει, ψέματα αραδιάζουν.

Αυτές σου δίνω- συ αυτές μ’ ειλικρίνεια ρώτα,

δώσε χαρά στη σκέψη σου- αν κάποιον συ διδάξεις,

θ’ ακούσει το λόγο σου, αν το φέρει η τύχη.

 Οι παραπάνω είπαμε είναι οι τρείς ιέρειες Θρίες. Τα ονόματα που τους αποδίδονται είναι Μέλαινα, Κλεοδώρα (= περίφημη για τα δώρα ή τα χαρίσματά της) και Δάφνις. Τους απέδιδαν και τον χαρακτηρισμό «Σεμναί».

Οι Θριές αγαπούσαν πολύ το μέλι και γι' αυτό όταν πήγαιναν να τις ρωτήσουν τα μελλοντικά γεγονότα τους προσέφεραν τη συγκεκριμένη τροφή των αθανάτων. Με άλλα λόγια, οι Θριές είναι προσωποποιήσεις ιερειών μελισσών, αφού και τα κεφάλια τους περιγράφονται ως λευκά -όπως των μελισσών από τη γύρη, έχουν φτερά και μπορούν να πετούν εδώ και εκεί, και τρέφονται με φρέσκο –γλυκό μέλι – νόστιμη τροφή αγνή και θεϊκή.


 Στον ομηρικό ύμνο συγχέονται και με τις Κωρύκειες Νύμφες των «προφητικών πηγών» του Παρνασσού.

Στο «Λεξικό της Σούδας» υπάρχει ένα σχόλιο ότι «αποκαλούν την τρέλα των ποιητών «θρίασιν».

Θυμίζουμε και την αφήγηση του Πλούταρχου, σύμφωνα με την οποία ήταν ένας Κουρήτης, από εκείνους που γνωρίσαμε στην Κρήτη, ο αιγοβοσκός που ανακάλυψε το Μαντείο, ενώ, κατά τον μέγιστο των λυρικών ποιητών Πίνδαρο, η Πρόμαντις του Απολλώνειου μαντείου ήταν η Μέλισσα Δελφίς. Πρόκειται αναμφισβήτητα για πληροφορίες που επιβεβαιώνουν την εξάρτηση των Δελφών από το νησί του Μίνωος. Το ίδιο και η εκδοχή του δελφικού ιερατείου ότι τον τέταρτο ναό, τον πέτρινο, τον έχτισαν ο Τροφώνιος και ο Αγαμήδης, ονόματα που συναντούμε σε ποικίλες εκδοχές μιας ιστορίας και μας οδηγούν από διαφορετικούς δρόμους στην Κρήτη και τις μέλισσες.

Ο Τροφώνιος και ο Αγαμήδης έχτισαν έναν «θησαυρό» για τον Υριέα. Τα ονόματα Υριεύς και Υρίη κατάγονται από το ϋρον, την κρητική λέξη για την «κυψέλη» ή καλύτερα από το υποκοριστικό της, που εμφανίζεται στο υριατόμος.

 Hesychius Lexicogr., Lexicon (ΠΩ)Alphabetic letter upsilon, entry 809, line 1

 <ὕρον>· σμῆνος.

 Hesychius Lexicogr., Lexicon (ΠΩ)Alphabetic letter upsilon, entry 804, line 1

 <Ὑρία>· πόλις Βοιωτίας

<ὑριατόμος>· ὁ τὰ κηρία τέμνων τῶν μελισσῶν

 Άλλη πόλη με όνομα της ίδιας καταγωγής ήταν η Υρία, που θεμελιώθηκε από τους Κρήτες στην Υαπυγία.

Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Iliadem
Volume 1, page 403, line 20

                               ἔστι δὲ Ὑρία καὶ περὶ Ἰαπυγίαν Καλαβρικὴ πόλις,
Κρητῶν κτίσμα, ἡ λεγομένη καὶ Ὕριον οὐδετέρως, ὡς ἐν τοῖς τοῦ Περιηγητοῦ
δηλοῦται.

 Ο Υριεύς, για τον οποίο χτίστηκε ένας θησαυρός στην Υρία της Βοιωτίας, πρέπει να είχε κάποιους δεσμούς με την Κρήτη και ήταν πιθανόν ένας άλλος Μελισσεύς, όπως ο βασιλιάς της Κρήτης, του οποίου η κόρη Μέλισσα ήταν τροφός του Διός. Μάλιστα, ο λεξικογράφος Ησύχιος παραθέτει το λήμμα Ύρον ως σμήνος (στους Κρήτες) και το λήμμα Υριατόμος ως ο τα κηρία τέμνων των μελισσών.

 

συνεχίζετε…

Τετάρτη 20 Μαΐου 2020

δὲ γυναικῶν μαντείαν ἀνήκει μόνων


Ως μαντεία θεωρούνται οι  αρχαίοι ιεροί χώροι ή ιερά όπου επιστεύετο ότι υπό ιερέων ή ιερειών ή τη συνεργασία τούτων, αποκαλύπτετε η φωνή του θεού εις ον όπου το ιερόν ήτο αφιερωμένο, και αι βουλαί αυτού περί τίνος ζητήματος ενδιαφέροντος τον ερωτώντα. Εστηρίζετο δε η πίστις αυτή εις την γενικώς κρατούσαν πεποίθηση ότι οι θεοί μεριμνώντες περί των ανθρώπων, είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν πάντα συμβουλευόμενον αυτούς. Η απόκρισης των θεών καλείτο μαντείο ή χρηστήριον, θεοπρόπον θέσπισμα ή χρησμός. Εις την Ελλάδα κατ’ εξοχήν μαντική θεά εθεωρείτο η Γαία. Οι αρχαίοι πίστευαν ότι εν τη γη ενοικεί μαντική, προφητική δύναμις, και ότι τα όνειρα ήρχοντο εκ του βάθους τής γης. Την δύναμιν αυτήν κατείχαν φυσικά και τα χθόνια πνεύματα τα οικούντα εντός σπηλαίων και κοιλοτήτων τής γης. Τό σπουδαιότερον, των αρχαίων εν Ελλάδι μαντείων ήτο το τής Γης εις τούς Δελφούς, το όποιον ήτο χθόνιον, παρέχον χρησμούς δι’ εγκοιμήσεως του θεοπρόπου ή θεωρού ως εκαλούντο οι χρηστηριαζόμενοι. Τούς χρησμούς επί τη βάσει των ονείρων παρείχεν η Σίβυλλα. Αργότερο την Γαία αντικαθιστά ό Απόλλων ό Πύθιος εις το μαντείον του οποίου οι χρησμοί αρχικώς δίδοντα διά τής αυτόθι φυομένης ιεράς δάφνης (πιθανώς με τον θρουν των φύλλων του ιερού φυτού) αργότερον διά τής Πυθίας, ιέρειας, περιπιπτούσης εις μανίαν και ούτω γινομένης ένθεου και φοιβολήπτου και μάντιδος. Η Πυθία εκάθητο επί τρίποδος άνωθεν χάσματος γης αναδίδοντος ατμούς. Είναι γνωστή ή τεραστία επίδρασης ην ίσχεν, επί του πολίτικου και του κοινωνικού βίου των αρχαίων Ελλήνων, το Δελφικόν Μαντείον. Άλλα σπουδαία τής αρχαιότητος μαντεία υπήρξαν τα τής Δωδώνης, τής Ολυμπίας, του Άμμωνος Διός εν Λιβύη και τα Ασκληπιεία ένθα και θεραπείες ασθενούντων επετελούντο. Ουδόλως απίθανον εις τα μαντεία ταύτα να εφηρμόζοντο καί αι υπνώσεις, υποβολές, ως και ό ζωικός μαγνητισμός, χάρις εις τας αποκρύφους γνώσεις του Ιερατείου.

Ό μαντεύων καί προφητεύων τά μέλλοντα: η λέξις παράγεται πιθανώς εκ του μαίνεσαι και σημαίνει τον περιπίπτοντα εις προσωρινήν μανίαν, εις έκσταση και ενθουσιασμό ότι η ψυχή αυτού εξισταμένη και ελευθέρα των δεσμών του σώματος έβλεπε διά των πνευματικών αυτής οφθαλμών ή ήκουε διά των πνευματικών ώτων τα απόρρητα και αυτά τα τοπικώς και χρονικώς μακράν κείμενα. Τοιαύτας ιδιότητας είχαν προφανώς όλοι οι διάσημοι κατά καιρούς μάντεις ως η Κασσάνδρα, ο Τειρεσίας, η θυγάτηρ του Μαντώ, ο Κάλχας, ο Σελανός, ο Τεισαμενός, ο Αγίας, ο Μουσαίος, οι Βάκιδες, αι Σίβυλλαι, κ. ά. Το γεγονός δεν πρέπει να θεωρηθεί απίθανον, δεδομένου ότι πολλαίς μαρτυρίαι αρχαίων πιστοποιούν ότι και παρ’ άλλοις λαοίς, ως παρά τοις Ινδοις οι γυμνοσοφισταί (υπήρχαν άτομα καταλλήλως καλλιεργούντα ορισμένες ψυχικάς ιδιότητας και δυνάμενα να βυθισθούν εις έκστασην και επιτελέσουν πράξεις θεωρουμένας υπερφυσικάς. (Λήμματα εις εγκυκλοπαίδεια)

Οι παραδόσεις για το μαντείο των Δελφών  και ακόμη περισσότερο για το μαντείο του Απόλλωνα ποικίλουν. Την  ιστορία της δημιουργίας του μαντείου των Δελφών την μαθαίνουμε αναλυτικότατα από τον Ομηρικό ύμνο του Απόλλωνος. Η σύνδεση όμως με τους Κρήτες ιερείς που πρωτο-λειτούργησαν στο ιερό είναι κάτι που μας δίνεται με το ξεκίνημα και την δημιουργία του πρώτου ναού του Απόλλωνα. Ο ίδιος ο Φοίβος είναι αυτός που οδηγεί το καράβι τους και τους υποδεικνύει την θέση του ναού και του χρηστηρίου, αυτά βέβαια θ΄ αναφερθούν στην συνέχεια …

Όμως πρώτα, κρίνω σκόπιμο, ν΄ αναφέρω τις θέσεις του Παυσανία για την ίδρυση των πρώτων ναών που στεγάζουν  προφήτες/τισσες και μάντεις.
Κατά τον Παυσανία λοιπόν, η πρώτη μάντισσα του μαντείου είναι η ίδια η Γαία. Η Γη – Γαία ως σύζυγος του Ποσειδώνα, όχι όμως ως θεού της θαλάσσης, αλλά ως θεού των πηγών που γονιμοποιούν τη Γη. Η μαντική ιδιότητα και ο μαντικός λόγος, ο χρησμός ανήκει κατ΄αρχήν στην Γαία. Την μητέρα τροφό των όντων, αλλά και κυρία του κάτω κόσμου. Σε δυο χθόνιες θεότητες ανήκει το πρώτο ιερό και το πρώτο μαντείο. Η λατρεία των δύο χθόνιων θεών θα περιπέσει σε δεύτερη μοίρα με την έλευση του Απόλλωνος εκ της Λυκία της Μ. Ασίας, όπως αργότερα και η λατρεία του Διονύσου.
Το κύριο μέσο της παρουσίας του Απόλλωνα είναι ο μαντικός λόγος, ο χρησμός, ο οποίος φανερώνεται δια μέσου της φωνής της Πυθίας και μόνο, όταν οι άλλοι θεοί χρησιμοποιούν την πρόβλεψη ή την προφητεία μέσω των ονείρων ή των θροισμάτων των φύλλων των δέντρων ή των κύβων.

Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη στο «Περί μνήμης και αναμνήσεως» μαντική είναι «επιστήμη τις ελπιστική»  :

Περὶ μνήμης καὶ τοῦ μνημονεύειν λεκτέον τί ἐστι καὶ διὰ τίν΄ αἰτίαν γίγνεται καὶ τίνι τῶν τῆς ψυχῆς μορίων συμβαίνει τοῦτο τὸ πάθος καὶ τὸ ἀναμιμνήσκεσθαι· οὐ γὰρ οἱ αὐτοί εἰσι μνημονικοὶ καὶ ἀναμνηστικοί͵ ἀλλ΄ ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ μνημονικώτεροι μὲν οἱ βραδεῖς͵ ἀναμνηστικώτεροι δὲ οἱ ταχεῖς καὶ εὐμαθεῖς.      Περί της δυνάμεως της μνήμης και περί της ενεργείας αυτής (μνημονεύειν) πρέπει να προσδιορίσωμεν τί είναι, και διά ποίαν αιτίαν γίνεται και εις ποίον μέρος της ψυχής συμβαίνει το φαινόμενον τούτο (πάθος) και το της αναμνήσεως. (Διαφέρουσι δε αύται) διότι οι αυτοί άνθρωποι δεν έχουσι καλήν μνήμην και καλήν ανάμνησιν. Αλλ' ως επί το πλείστον μεγαλειτέραν μνήμην έχουσιν οι βραδέως αντιλαμβανόμενοι, μεγαλειτέραν δε αναμνηστικήν δύναμιν οι ταχείς και ευκόλως μανθάνοντες1.
πρῶτον μὲν οὖν σκεπτέον ποῖά ἐστι τὰ μνημονευτά· πολλάκις γὰρ ἐξαπατᾷ τοῦτο. οὔτε γὰρ τὸ μέλλον ἐνδέχεται μνημονεύειν͵ ἀλλ΄ ἔστι δοξαστὸν καὶ ἐλπιστόν (εἴη δ΄ ἂν καὶ ἐπιστήμη τις ἐλπιστική͵ καθάπερ τινές φασι τὴν μαντικήν)͵ οὔτε τοῦ παρόντος͵ ἀλλ΄ αἴσθησις· ταύτῃ γὰρ οὔτε τὸ μέλλον οὔτε τὸ γενόμενον γνωρίζομεν͵ ἀλλὰ τὸ παρὸν μόνον. 2. Ας εξετάσωμεν λοιπόν πρώτον ποία είναι τα αντικείμενα της μνήμης. Διότι πολλάκις περί τούτου πλανάταί τις. Τω όντι το μέλλον δεν είναι δυνατόν να ενθυμώμεθα, αλλά μόνον δυνάμεθα να εικάζωμεν και να ελπίζωμεν αυτό· και δύναται να υπάρχη και επιστήμη τις της ελπίδος, η ελπιστική καθώς τινες ονομάζουσι την μαντικήν. Αλλ' ούτε το παρόν δύναται να είναι αντικείμενον της μνήμης, αλλά μόνης της αισθήσεως. Διότι διά της αισθήσεως ούτε τα μέλλοντα ούτε τα παρελθόντα γινώσκομεν, αλλά μόνα τα παρόντα.

Περὶ δὲ τῆς μαντικῆς τῆς ἐν τοῖς ὕπνοις γινομένης καὶ λεγομένης συμβαίνειν ἀπὸ τῶν ἐνυπνίων͵ οὔτε καταφρονῆσαι ῥᾴδιον οὔτε πεισθῆναι.      1. Περί δε της μαντικής, η οποία γίνεται κατά τον ύπνον και λέγεται ότι παράγεται εκ των ονείρων δεν είναι εύκολον ούτε να περιφρονήση τις ούτε να πιστεύση αυτήν.

ενώ και στο «Συμπόσιο»  αναφέρετε ότι μέσω των δαιμόνων παρέχετε η επικοινωνία μεταξύ θεών και ανθρώπων με την χρήση της μαντείας καθώς και την χρήση της γοητείας. Η μαντεία μέσω των δαιμόνων – και μέγας δαίμων ο Έρως - χρησιμοποιείται για την μεταβίβαση και την μετάφραση των επιθυμιών και των προσταγών των θεών αλλά ταυτόχρονα των προσευχών και των θυσιών εκ μέρους των ανθρώπων προς τους θεούς. Η ανοιχτή επικοινωνία με το θείο και τους θεούς κατά το «Πνεύμα όπου θέλει πνεί»
Η επικοινωνία μέσω των δαιμόνων εξασφαλίζει την συνοχή του σύμπαντος και τα θέματα που σχετίζονται με την θρησκεία είναι δική τους ειδικότητα όπως η μαντική, η γοητεία, οι θυσίες, οι τελετές, οι επωδοί. Όπου δαίμων – δαήμων (θεότητα κλπ)

Plato Phil., Symposium
Stephanus page 202, section e, line 3

Ἑρμηνεῦον καὶ διαπορθμεῦον θεοῖς τὰ παρ᾽ ἀνθρώπων καὶ ἀνθρώποις τὰ παρὰ θεῶν, τῶν μὲν τὰς δεήσεις καὶ θυσίας, τῶν δὲ τὰς ἐπιτάξεις τε καὶ ἀμοιβὰς τῶν θυσιῶν, ἐν μέσῳ δὲ ὂν ἀμφοτέρων συμπληροῖ, ὥστε τὸ πᾶν αὐτὸ αὑτῷ συνδεδέσθαι. διὰ τούτου καὶ μαντικὴ πᾶσα χωρεῖ καὶ τῶν ἱερέων τέχνη τῶν τε περὶ τὰς θυσίας καὶ τελετὰς [203a] καὶ τὰς ἐπῳδὰς καὶ τὴν μαντείαν πᾶσαν καὶ γοητείαν. θεὸς δὲ ἀνθρώπῳ οὐ μείγνυται, ἀλλὰ διὰ τούτου πᾶσά ἐστιν ὁμιλία καὶ διάλεκτος θεοῖς πρὸς ἀνθρώπους, καὶ ἐγρηγορόσι καὶ καθεύδουσι· καὶ μὲν περὶ τὰ τοιαῦτα σοφὸς δαιμόνιος ἀνήρ, δὲ ἄλλο τι σοφὸς ὢν περὶ τέχνας χειρουργίας τινὰς βάναυσος. οὗτοι δὴ οἱ δαίμονες πολλοὶ καὶ παντοδαποί εἰσιν, εἷς δὲ τούτων ἐστὶ καὶ Ἔρως.
«Να εξηγούν και να διαβιβάζουν τα μηνύματα των ανθρώπων στους θεούς και στους ανθρώπους των θεών, των πρώτων τις προσευχές και τις θυσίες, ενώ των θεών τις εντολές και τις ανταποδόσεις για τις θυσίες· και, καθώς βρίσκονται στο ενδιάμεσο θεών και ανθρώπων, καλύπτουν το μεταξύ τους κενό, ώστε το σύμπαν ν᾽ αποχτήσει τη συνοχή του. Είναι ο δίαυλος, απ᾽ τον οποίο διαβιβάζεται και η μαντική στο σύνολό της και το λειτούργημα του ιερατείου, που έχει να κάνει με τις θυσίες και τις μυήσεις [203a] και τα μαγικά άσματα και κάθε μαντεία και μαγγανεία. Ο θεός δεν έρχεται σε άμεση επαφή με τον άνθρωπο, αλλά με τη διαμεσολάβηση των δαιμόνων συντελείται κάθε επικοινωνία και συνομιλία των θεών με τους ανθρώπους, και στον ύπνο και στον ξύπνο τους· κι ο άνθρωπος που είναι σοφός σ᾽ αυτές τις συναλλαγές είναι “δαιμόνιος”, ενώ ο σοφός σ᾽ ό,τι άλλο, που έχει να κάνει με επαγγέλματα ή κάποιες χειρωνακτικές εργασίες, αγοραίος. Οι δαίμονες λοιπόν που λέμε είναι πολλοί και κάθε λογής κι ένας ανάμεσά τους είναι κι ο Έρως».
Οι μάν­τεις ήσαν τα όργανα των θεών εις την αποκάλυψη της βουλής των προς τους ανθρώπους.Οι ιερείς τα όργανα των ανθρώπων προς την επικοινωνία των προς τους θεούς.Των ιερέων έργον  είναι οι θυσίες και το τυπικόν των τελετών.Οι θεραπευτικές επωδές και τα μυστηριακά μέσα επιδράσεως, αγαθής ή κακής, επί των  δυνάμεων της φύσεως και επί των ανθρώπων (μαγεία-γοητεία).
Και αλλού για την μαντική και πάλι στο «Συμπόσιον» διαβάζουμε:

Plato Phil., Symposium
Stephanus page 188, section c, line 6

ἔτι τοίνυν καὶ αἱ θυσίαι πᾶσαι καὶ οἷς μαντικὴ ἐπιστατεῖταῦτα δ᾽ ἐστὶν περὶ θεούς τε [188c] καὶ ἀνθρώπους πρὸς ἀλλήλους κοινωνίαοὐ περὶ ἄλλο τί ἐστιν περὶ Ἔρωτος φυλακήν τε καὶ ἴασιν. πᾶσα γὰρ ἀσέβεια φιλεῖ γίγνεσθαι ἐὰν μή τις τῷ κοσμίῳ Ἔρωτι χαρίζηται μηδὲ τιμᾷ τε αὐτὸν καὶ πρεσβεύῃ ἐν παντὶ ἔργῳ, ἀλλὰ τὸν ἕτερον, καὶ περὶ γονέας καὶ ζῶντας καὶ τετελευτηκότας καὶ περὶ θεούς· δὴ προστέτακται τῇ μαντικῇ ἐπισκοπεῖν τοὺς ἐρῶντας καὶ ἰατρεύειν, καὶ ἔστιν αὖ [188d] μαντικὴ φιλίας θεῶν καὶ ἀνθρώπων δημιουργὸς τῷ ἐπίστασθαι τὰ κατὰ ἀνθρώπους ἐρωτικά, ὅσα τείνει πρὸς θέμιν καὶ εὐσέβειαν.
Επιπρόσθετα λοιπόν και οι κάθε είδους θυσίες και όσα εποπτεύει η τέχνη των μάντεων —κι αυτά είναι τα όσα αφορούν στην επικοινωνία θεών [188c] και ανθρώπων— δεν αποσκοπούν σε τίποτ᾽ άλλο, παρά στη μέριμνα για τον Έρωτα (μέγας Δαίμων, ελκτική δύναμη)  και την περίθαλψή του. Γιατί οι κάθε είδους ασέβειες προέρχονται συνήθως από την άρνηση να κάνει κανείς τα θελήματα του κόσμιου Έρωτα και να τον τιμά και να του δίνει την πρώτη θέση σε κάθε πράξη του, αλλά τιμά τον άλλον, στις σχέσεις του και με τους γονείς του —ζωντανούς ή πεθαμένους— και με τους θεούς· λοιπόν η μαντική έχει επιφορτιστεί με την εντολή να ασκεί εποπτεία και θεραπευτική αγωγή στους ερωτευμένους, κι επίσης [188d] η τέχνη των μάντεων είναι πρόξενος συμφιλίωσης ανάμεσα σε θεούς και ανθρώπους, χάρη στην καλή γνώση των ερωτικών εκδηλώσεων των ανθρώπων, όσων προσανατολίζονται προς τη δικαιοσύνη και τον σεβασμό των θεών.

Ο Απόλλων δεν ήταν εξ αρχής μαντικός θεός – στην Δήλο αλλά απέκτησε αυτήν του την ιδιότητα στους Δελφούς αφού παρέλαβε αυτήν την ιδιότητα από την Θέμιδα  ή μετά την διαμεσολάβηση της Φοίβη μεταξύ Απόλλωνος και Θέμιδος- γι αυτό και θα ονομασθεί και Φοίβος.

Σε θρησκείες πρωτόγονες, τα φαινόμενα της μαντείας, πίστευαν ότι προέρχονται εκ μέρους των νεκρών, ερχομένων κατόπιν παρακλήσεων ή μαγγανειών, να επικοινωνήσουν μετά των ζώντων δια μέσου ορισμένων προνομιούχων ατόμων, των ιερέων-μάγων, ατόμων ιδιαίτερης ιδιοσυγκρασίας, τα οποία σήμερα ονομάζουμε μέντιουμ ή διαισθητικούς, ή διάμεσους. Αργότερα όταν ο πολιτισμός προχώρησε, η αντίληψη αυτή τροποποιήθηκε. Υπέθεταν πλέον ότι όχι τα πνεύματα των νεκρών, αλλά το θείο ήταν αυτό που επικοινωνούσε δια των ιερέων και ιερειών και έτσι ιδρύθηκαν τα πρώτα μαντεία με μεσάζοντες τις Πυθίες.

Οι Πυθίες ήταν ισχυρά μέντιουμ, τα οποία ζούσαν σε απόλυτη αγνότητα και άσκηση, όπως οι Ινδοί Γιόγκηδες και οι Θιβετιανοί Λάμα για να κατορθώνουν να μειώνουν το ενσυνείδητο και να προκαλούν την εκδήλωση ψυχικών φαινομένων.

Σήμερα τα μέντιουμ δεν χρειάζονται πια όμοια μαρτύρια για την πρόκληση φαινομένων. Ο υπνωτισμός ή η έκστασης φθάνουν. Πάντως η θρησκευτική άσκηση διαταράσσουσα την φυσιολογική ισορροπία παράγει πολύ ισχυρές ψυχικές εκδηλώσεις.
Οι Πυθίες πριν χρησμοδοτήσουν, νήστευαν, έπιναν έναν μεθυστικό ποτό, το Πύθιον,<Πύθιον>· [τὸ ὕδωρ.] Θουκυδίδης-  μασούσαν φύλλα πικροδάφνης και υφίσταντο ακόμη επί του τρίποδος την επίδραση αναθυμιάσεων ανθρακικού οξέως.
Για μεγάλο αριθμό γυναικών η αγνότης της ψυχής είναι αναπόσπαστη με την αγνότητα του σώματος, όταν βεβηλωθεί το σώμα επακολουθεί και η βεβήλωση εκείνης. Γι’ αυτό και η αγνότητα και η παρθενία των ιερειών ήταν και το ζητούμενο για την άσκηση των χρεών της ιέρειας και της Πυθίας.
Ο τρόπος παροχής των χρησμών δεν μας είναι απολύτως γνωστός γιατί δεν έχει αποκαλυφθεί η λειτουργία του μαντείου των Δελφών. 


Ο Πλούταρχος που χρημάτισε επί μια τριακονταετία ιερεύς των Δελφών αποκαλύπτει κάποια θέματα ικανά για την μαντεία και τις διαδικασίες χρησμοδοσίας στο ιερο του Απόλλωνα  σε σχετικά συγγράμματά του όπως το «Περὶ τοῦ μὴ χρᾶν ἔμμετρα νῦν τὴν Πυθίαν»  Ακόμη σημαντικότερος είναι o διάλογος «Περὶ τοῦ Εἶ τοῦ ἐν Δελφοῖς»ο "Περί Ίσιδος και Οσίριδος" (σημαντική πηγή πληροφοριών για αιγυπτιακά τελετουργικά τυπικά και τον συγκερασμό τους με τις ελληνικές λατρείες), το "Περί των εκλελοιπότων χρηστηρίων".
Οι ανασκαφές που έχουν πραγματοποιηθεί στους Δελφούς δεν αποκάλυψαν την λειτουργία του, χρηστηρίου και της χρησμοδότησης από την Πυθία καθώς δεν έχει ευρεθεί ούτε ο ιερός νόμος, όπως ευρέθει το ψήφισμα των Δημητριέων περί της λειτουργίας του μαντείου του Απόλλωνος Κοροπαίου , ούτε καταγεγραμμένες ερωτήσεις προς τον θεόν όπως αυτές που ανερεύθησαν στο μαντείο της Δωδώνης
Από τις καταγεγραμμένες, από διάφορους συγγραφείς, αποκαλυφθέντες και διατυπωμένες αποκαλύψεις, περί της αποκαλύψεως της θελήσεως του θεού προς τους ανθρώπους, είμαστε σε θέση να καταλήξουμε ότι οι χρησμοί δίδονταν :
α) επί της εποχής της χθόνιας θεότητας της Γαίας μέσω της εγκοιμήσεως (ονειρομαντείο)
β) επί της εποχής του Απόλλωνος :
- δια της κληρώσεως (κληρομαντείον) καθώς ρίπτονταν εντός αγγείου ή δοχείου κλήροι λίθινοι ή ξύλινοι και μετά από ανατάραξη εξάγονταν μία ή περισσότερες από τις προφήτιδες Θριές. Ο τρόπος αυτός εφευρέθει από τις Θριές νύμφες του Παρνασσού – ή θυγατέρες του Διός και τροφών του Απόλλωνα ή κατ΄αλλους από την Αθηνά. Ιέρειες, κατ΄αλλους, που τους απέδιδαν την επινόηση να μαντεύουν το μέλλον. Οι κλήροι αυτοί οι λίθινοι – ως είδος χαλικιών ονομάζονται επίσης Θριαί.



 Zenobius Sophista <Paroemiogr.>, Epitome collectionum Lucilli Tarrhaei et Didymi
Centuria 5, section 75, line 3

Φιλόχορός φησιν ὅτι Νύμφαι κατεῖχον τὸν
Παρνασὸν τροφοὶ Ἀπόλλωνος τρεῖς, καλούμεναι Θριαί,
ἀφ' ὧν αἵ τε μαντικαὶ ψῆφοι <θριαὶ> καλοῦνται καὶ τὸ
μαντεύεσθαι <θριᾶσθαι.

Ἄλλοι δὲ λέγουσι τὴν Ἀθηνᾶν
εὑρεῖν τὴν διὰ τῶν ψήφων μαντικήν· ἧς εὐδοκιμούσης
μᾶλλον τῶν Δελφικῶν χρησμῶν, τὸν Δία χαριζόμενον τῷ
Ἀπόλλωνι ψευδῆ καταστῆσαι τὴν διὰ τῶν ψήφων μαντι-
κήν. Πάλιν οὖν τῶν ἀνθρώπων ἐπὶ τοὺς Δελφικοὺς ἐρ-
χομένων χρησμοὺς τὴν Πυθίαν εἰπεῖν·

Aelius Herodianus et Pseudo-Herodianus Gramm., Rhet., De prosodia catholica
Part+volume 3,1, page 285, line 11

φλιά, θριά>· θριαί δὲ αἱ μαντικαὶ ψῆφοι, ἃς εὗρεν
Ἀθηνᾶ. ἀχθόμενος δὲ τοὺς τοῦ Ἀπόλλωνος .... ἄπιστον Ζεὺς
ἐποίησε τὴν διὰ τῶν θριῶν μαντικὴν εὐδοκιμοῦσαν. διὸ καὶ Ἀπόλλων
ἔφη «πολλοὶ θριοβόλοι, παῦροι δέ τε μάντιες ἄνδρες»
Orion Gramm., Etymologicum
Alphabetic letter theta, page 72, line 12

<Θρίαι>. αἱ μαντικαὶ ψῆφοι, τρίαι τινὲς οὖσαι. τρεῖς
γὰρ εἰσὶ τὸν ἀριθμόν. Νύμφαι δ' ἐφεῦρον πάντας,
ἐξ ὧν καὶ ἐκλήθησαν. εὑροῦσαι δὲ παρέσχον τῇ Ἀ-
θηνᾷ, καὶ Ἀπόλλωνος αὐτὴν ἐγκαλοῦντος, ἡ Ἀθη-
νᾶ ἔῤῥιψε τὰς ψήφους ἐν τόπῳ τῆς Ἀττικῆς· ἐξ ὧν
ἐκλήθη Θριάσιον πεδίον. ὀνόματα δὲ τῶν Νυμφῶν τῶν
εὑρουσῶν τὰ δὲ. Θρία τε τῆς συκῆς φύλλα, ἐπεὶ
εἰς τρία διέσχισται

Hesychius Lexicogr., Lexicon (ΑΟ)
Alphabetic letter theta, entry 743, line 1

<θριαί>· αἱ πρῶται μάντεις. καὶ νύμφαι. καὶ αἱ μαντικαὶ ψῆφοι

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum
Kallierges page 455, line 35

Θρίαι>: Αἱ μαντικαὶ ψῆφοι, οἱονεὶ τρίαι τινὲς
οὖσαι· καὶ γὰρ αἱ τρεῖς νύμφαι αἱ θυγατέρες τοῦ
Διὸς, εὑρηκυῖαι τρεῖς ψήφους μαντικὰς, παρέσχον
τῇ Ἀθηνᾷ· ἥτις ἐγκαλουμένη ὡς ἀλλότριον πρᾶγμα
μετιοῦσα, (τοῦτο γὰρ τοῦ Ἀπόλλωνός ἐστιν,) ἔρριψεν
αὐτὰς εἰς τὸ λεγόμενον Θριάσιον πεδίον. Παρὰ τὸ
τρία, γέγονε θρία καὶ Θριάσιον· ἐκεῖ γὰρ ἔρριψεν ἡ
Ἀθηνᾶ τὰς μαντικὰς ψήφους, αἵτινες θρίαι λέγονται·
ὅθεν καὶ τὸ μαντεύεσθαι, <θριᾶσθαι> λέγεται. Καὶ
αὗται τρεῖς εἰσὶ τὸν ἀριθμόν. Ἢ παρὰ τὸ τρισσαί·
ἢ ἀπὸ Θριασίου τινὸς οὕτως καλουμένου. 

 <Θρία>: Κυρίως τὰ τῆς συκῆς φύλλα· καὶ <θριά-
ζειν>, τὸ φυλλολογεῖν· δηλοῖ δὲ καὶ τὸ ἐνθουσιάζειν.
Καὶ <θριάσιον> ἐκλήθη πεδίον ἀπὸ τῶν βληθεισῶν εἰς
αὐτὸ θριῶν ὑπ' Ἀθηνᾶς. <Θρίαι> δέ εἰσιν αἱ μαντικαὶ
ψῆφοι. Νύμφαι δέ τινες εἰσὶ Θρίαι ὀνομαζόμεναι,
αἱ πρωτομάντεις, αἳ ἐξεῦρον τὴν τοιαύτην μαντείαν.
Ἦσαν δὲ Ἀπόλλωνος τιθῆναι.

Από τα αποσπάσματα παραπάνω καταλαβαίνουμε ότι οι μαντικοί ψήφοι ήταν τρείς – όσες και Θρίαις και εκ του αριθμού τρία έχουν λάβει το όνομά τους. Ένας από τους μαγικούς αριθμούς του σύμπαντος που επαναλαμβάνεται σε πολλές ιερουργίες, ιεροτελεστείες αλλα και μαντείες. Θρία όμως ονομάζεται και το φύλλο της συκής, του ιερού δέντρου του Διονύσου περί συκής και Διονύσου εδώ
-          μέσω της δάφνης, αλλά είναι άγνωστο πως οι χρησμοί παρέχονταν μέσω της δάφνης. Φαίνεται ότι φαντάζονταν τον θεό Απόλλωνα να κατοικεί εντός του δέντρου της δάφνης, καθώς ήταν το ιερό του φυτό και βρίσκονταν εντός του ιερού τεμένους δίπλα στον ναό του. Ίσως το θρόϊσμα των κινούμενων φύλλων της διαμέσου του αέρα να λαμβάνονταν ως φωνή του θεού που αποκάλυπτε την θέλησή του, την οποία οι ιερείς μετέφραζαν σε Ελληνική γλώσσα πεζή ή έμμετρο.
-          Την εποχή της συνυπάρξεως των θεοτήτων Απόλλωνα και Διονύσου δια της εκστάσεως και της μανίας. Η έκσταση της Πυθίας αποδίδεται σε χάσμα γής που βρισκόταν εντός του Αδύτου του ναού, μέσω ατμών ή αναθυμιάσεων διεγερτικών και μεθυστικών η Πυθία καθήμενη επί οφιοειδούς τρίποδος άνωθεν του χάσματος και κρατώντας στα χέρια της νωπό κλαδί δάφνης έφτανε σε έκσταση και μπορούσε να προλέγει τα μέλλοντα δια του μαντικού λόγου.
Αρχικά οι γυναίκες που αναλάμβαναν τον ρόλο της ιέρειες Πυθίας ήταν νέες, όμορφες και παρθένες. Μετά την απαγωγή και την διαφθορά μιας νεαρής Πυθίας από τον Εχεκράτη τον Θεσσαλό που την ερωτεύτηκε και την έκλεψε ο θεσμός άλλαξε. Οι Πυθίες πλέον ήταν γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας, πολλές φορές και άνω των πενήντα ετών, όμως εξακολουθούσαν να ντύνονται ως νεαρές κόρες και να στολίζονται με κοσμήματα. 

Pausanias Perieg., Graeciae descriptio
Book 10, chapter 5, section 6, line 7


λέγεται δὲ πολλὰ μὲν καὶ διάφορα ἐς αὐτοὺς τοὺς
Δελφούς, πλείω δὲ ἔτι ἐς τοῦ Ἀπόλλωνος τὸ μαντεῖον.
φασὶ γὰρ δὴ τὰ ἀρχαιότατα Γῆς εἶναι τὸ χρηστήριον,
καὶ Δαφνίδα ἐπ' αὐτῷ τετάχθαι πρόμαντιν ὑπὸ τῆς
Γῆς· εἶναι δὲ αὐτὴν τῶν περὶ τὸ ὄρος νυμφῶν. ἔστι
δὲ ἐν Ἕλλησι ποίησις, ὄνομα μὲν τοῖς ἔπεσίν ἐστιν
Εὐμολπία, Μουσαίῳ δὲ τῷ Ἀντιοφήμου προσποιοῦσι
τὰ ἔπη· πεποιημένον οὖν ἐστιν ἐν τούτοις Ποσειδῶνος
ἐν κοινῷ καὶ Γῆς εἶναι τὸ μαντεῖον, καὶ τὴν μὲν χρᾶν
αὐτήν, Ποσειδῶνι δὲ ὑπηρέτην ἐς τὰ μαντεύματα εἶναι
Πύρκωνα. καὶ οὕτως ἔχει τὰ ἔπη·
 αὐτίκα δὲ Χθονίης φωνὴ πινυτὸν φάτο μῦθον,
 σὺν δέ τε Πύρκων ἀμφίπολος κλυτοῦ Ἐννοσιγαίου.
Η Γαία έχει ορίσει ως προφήτισσα την Δάφνη, μια νύμφη του όρους. Οι Έλληνες στο ποίημα που το ονομάζουν «Ευμολπία» αναφέρουν το κοινό μαντείο της Γαίας και του Ποσειδώνα και, ενώ η Γαία χρησμοδοτεί μόνη της, για τον Ποσειδώνα, αναφέρουν ως υπηρέτη των χρησμών του (μάντη/προφήτη) τον Πύρκωνα και δηλώνουν τα εξής :

«Αμέσως κατόπιν η φωνή της Χθονίας (Γαίας) είπε συνετόν λόγον
 και μαζί μ΄αυτήν ο υπηρέτης του ονομαστού Εννοσιγαίου (Ποσειδώνος) ο Πύρκων»

Pausanias Perieg., Graeciae descriptio
Book 10, chapter 5, section 6, line 7

χρόνῳ δὲ ὕστερον, ὅσον τῇ Γῇ μετῆν, δοθῆναι Θέμιδι
ὑπ' αὐτῆς λέγουσιν, Ἀπόλλωνα δὲ παρὰ Θέμιδος λα-
βεῖν δωρεάν· Ποσειδῶνι δὲ ἀντὶ τοῦ μαντείου Καλαύ-
ρειαν ἀντιδοῦναί φασιν αὐτὸν τὴν πρὸ Τροιζῆνος.
ἤκουσα δὲ καὶ ὡς ἄνδρες ποιμαίνοντες ἐπιτύχοιεν τῷ
μαντείῳ, καὶ ἔνθεοί τε ἐγένοντο ὑπὸ τοῦ ἀτμοῦ καὶ
ἐμαντεύσαντο ἐξ Ἀπόλλωνος. μεγίστη δὲ καὶ παρὰ
πλείστων ἐς Φημονόην δόξα ἐστίν, ὡς πρόμαντις
γένοιτο ἡ Φημονόη τοῦ θεοῦ πρώτη καὶ πρώτη τὸ
ἑξάμετρον ᾖσεν. Βοιὼ δὲ ἐπιχωρία γυνὴ ποιήσασα
ὕμνον Δελφοῖς ἔφη κατασκευάσασθαι τὸ μαντεῖον τῷ
θεῷ τοὺς ἀφικομένους ἐξ Ὑπερβορέων τούς τε ἄλλους  
καὶ Ὠλῆνα· τοῦτον δὲ καὶ μαντεύσασθαι πρῶτον καὶ
ᾄσαι πρῶτον τὸ ἑξάμετρον. πεποίηκε δὲ ἡ Βοιὼ τοιάδε·
 ἔνθα τοι εὔμνηστον χρηστήριον ἐκτελέσαντο
 παῖδες Ὑπερβορέων Παγασὸς καὶ δῖος Ἀγυιεύς.
ἐπαριθμοῦσα δὲ καὶ ἄλλους τῶν Ὑπερβορέων, ἐπὶ τε-
λευτῇ τοῦ ὕμνου τὸν Ὠλῆνα ὠνόμασεν·

Μετά πάροδον καιρού, λέγεται, η Γη παρεχώρησε το μερίδιόν της εις την Θέμιδα, και από αυτήν το έλαβε ως δώρον ο Απόλλων, ο οποίος αντ’  αυτού παρεχώρησεν εις τον Ποσειδώνα την προ της Τροιζήνος Καλαύρειαν (σημερινό Πόρον). ‘Ήκουσα ότι το μαντείο ανακάλυψαν μερικοί βοσκοί, ενεπνεύσθησαν από τούς αναδιδομένους ατμούς και χρησμοδότησαν έξ ονόματος του Απόλλωνος. Πάρα πολλοί όμως έχουν την γνώμην ότι πρώτη προφήτις του θεού ήταν η Φημονόη καί πρώτη αυτή έψαλε σε εξάμετρους στίχους. Η ίδια η Φημονόη -παρακάτω στο κείμενο - αναφέρετε και ως η πρώτη προμάντις του θεού (καὶ ἡ Φημονόη πρόμαντις τηνικαῦτα οὖσα ἐν ἑξαμέτρῳ σφίσιν ἔχρησεν·) 

 Έξ άλλου ή Βοιώ, μία ντόπια η οποία εστιχούργησεν ύμνον εις τούς Δελφούς, είπεν ότι το μαντείον του θεού ίδρυσαν άνθρωποι πού ήλθον από τούς Ύπερβορείους μαζί μέ τον Ώλήνα. Αυτός πρώτος έδωκε χρησμόν καί πρώτος έψαλεν εις εξάμετρον.
Η Βοιώ έγραψε τούς εξής στίχους:
«Εκεί λοιπόν ίδρυσαν αλάθητον μαντείον τά παιδιά
τών Ύπερβορείων, ο Παγασός καί ο θείος Αγυιεύς»-
καί αφού αναφέρει και άλλους Ύπερβορείους
στο τέλος του ύμνου κατονομάζει καί τόν Ώλήνα:
«καί δ Ώλήν, ο οποίος υπήρξεν ο πρώτος προφήτης
του Φοίβου καί πρώτος συνέθεσεν άσμα Αρχαίων ποιημάτων».

 Ὠλήν θ', ὃς γένετο πρῶτος Φοίβοιο προφάτας,
 πρῶτος δ' ἀρχαίων ἐπέων τεκτάνατ' ἀοιδάν.
οὐ μέντοι τά γε ἥκοντα ἐς μνήμην ἐς ἄλλον τινά, ἐς
δὲ γυναικῶν μαντείαν ἀνήκει μόνων. ποιηθῆναι δὲ
τὸν ναὸν τῷ Ἀπόλλωνι τὸ ἀρχαιότατον δάφνης φασί,
κομισθῆναι δὲ τοὺς κλάδους ἀπὸ τῆς δάφνης τῆς ἐν
τοῖς Τέμπεσι· καλύβης δ' ἂν σχῆμα οὗτός γε ἂν εἴη
παρεσχηματισμένος ὁ ναός. δεύτερα δὲ λέγουσιν οἱ
Δελφοὶ γενέσθαι ὑπὸ μελισσῶν τὸν ναὸν ἀπό τε τοῦ
κηροῦ τῶν μελισσῶν καὶ ἐκ πτερῶν· πεμφθῆναι δὲ
ἐς Ὑπερβορέους φασὶν αὐτὸν ὑπὸ τοῦ Ἀπόλλωνος.
λέγεται δὲ καὶ ἕτερος λόγος, ὡς τὸν ναὸν κατεσκευ-
άσατο ἀνὴρ Δελφός, ὄνομα δὲ αὐτῷ Πτερᾶν εἶναι·
κατὰ τοῦτο οὖν γενέσθαι καὶ τῷ ναῷ τοὔνομα ἀπὸ
τοῦ οἰκοδομήσαντος· ἀπὸ τούτου δὲ τοῦ Πτερᾶ καὶ
πόλιν Κρητικὴν προσθήκῃ γράμματος Ἀπτερεούς φασιν
ὀνομάζεσθαι. τὸν γὰρ δὴ λόγον τὸν ἔχοντα ἐς τὴν
ἐν τοῖς ὄρεσιν αὐξομένην πτέριν, ὡς ἐκ τῆς πόας ταύ-
της χλωρᾶς ἔτι διεπλέξαντο ναόν, οὐδὲ ἀρχὴν προσίε-
μαι τὸν λόγον τοῦτον. τὰ δὲ ἐς τὸν τρίτον τῶν ναῶν,
ὅτι ἐγένετο ἐκ χαλκοῦ, θαῦμα οὐδέν, εἴ γε Ἀκρίσιος  
μὲν θάλαμον χαλκοῦν τῇ θυγατρὶ ἐποιήσατο, Λακε-
δαιμονίοις δὲ Ἀθηνᾶς ἱερὸν Χαλκιοίκου καὶ ἐς ἡμᾶς
ἔτι λείπεται, Ῥωμαίοις δὲ ἡ ἀγορὰ μεγέθους ἕνεκα
καὶ κατασκευῆς τῆς ἄλλης θαῦμα οὖσα παρέχεται τὸν
ὄροφον χαλκοῦν· οὕτω καὶ ναὸν τῷ Ἀπόλλωνι οὐκ ἂν
ἄπο γε τοῦ εἰκότος εἴη γενέσθαι χαλκοῦν.

Απ’ όσα όμως ενθυμούνται οι άνθρωποι, η μαντεία δεν ανήκει σε κανένα άλλον παρά μόνον εις γυναίκας. Λέγεται ότι ο αρχαιότατος ναός του Απόλλωνος κατεσκευάσθη από Δάφνην, της οποίας οί κλώνοι μετεφέρθησαν από την δάφνην των Τεμπών ο ναός αυτός θα είχε την μορφήν καλύβης.
Ενώ ο Παυσανίας μας δινει τον μύθο ότι το Χρηστήριο της Γης έχει για προμάντιδα την Δάφνη.
Pausanias Perieg., Graeciae descriptio
Book 10, chapter 5, section 5, line 6

φασὶ γὰρ δὴ τὰ ἀρχαιότατα Γῆς εἶναι τὸ χρηστήριον,
καὶ Δαφνίδα ἐπ' αὐτῷ τετάχθαι πρόμαντιν ὑπὸ τῆς
Γῆς· εἶναι δὲ αὐτὴν τῶν περὶ τὸ ὄρος νυμφῶν.


Ο κατοπινός δεύτερος ναός, λέγουν οι κάτοικοι των Δελφών, κατεσκευάσθη υπό μελισσών με κερί μελισσών καί πτερά- αυτόν τον έστειλε ο Απόλλων είς τούς Ύπερβορείους. Υπάρχει και άλλη παράδοσις ότι τον ναόν κατεσκεύασεν ένας από τούς Δελφούς ονομαζόμενος Πτέρας διά τούτο λοιπόν εδόθη και εις τον ναό τό όνομα αυτό, από το όνομα του κατασκευαστού. Από τον Πτεράν αυτόν, λέγουν, πήρε τό όνομά της καί ή Κρητική πόλις Άπτερεοί, μέ τήν προσθήκην ενός γράμματος (Α). Δεν παραδέχομαι καθόλου τήν παράδοσιν ότι έπλεξαν τόν ναόν από τό φυτόν πτέριν του βουνού, όταν ακόμη ήτο χλωρόν. Τό λεγόμενον διά τόν τρίτον ναόν, ότι κατεσχευάσθη από χαλκόν, δεν είναι καθόλου παράδοξον, δεδομένου ότι ο Αρκίσιος κατεσκεύασε διά τήν θυγατέρα του θάλαμον από χαλκόν, είς δέ τήν Σπάρτην διατηρείται μέχρι τής σήμερον ακόμη ίερόν τής Χαλκιοίκου Αθηνάς, ενω ή αγορά τών Ρωμαίων, θαυμαστή διά τό μέγεθος καί τήν όλην της κατασκευήν, έχει οροφήν χάλκινην επομένως δεν είναι απίθανον και ο ναός του Απόλλωνος να είχε κατασκευασθεί από χαλκόν.
Κι εδώ παραπάνω είναι φανερή η σύνδεση του ιερού των Δελφών με τους Κρήτες και τις μέλισσες είτε μέσω περιγραφής της δημιουργίας του δεύτερου ναού από τις μέλισσες - από κερί και φτερά πουλιών ή και από φτέρη, αυτό τον ναό τον είχε έπειτα στείλει ο Απόλλωνας στους Υπερβόρειους, όσο και με την σύνδεση του Πτερά (κατασκευαστού) που τον συνδέουν λόγω ονόματος, με την κρητική πόλη Απτερεοί, είτε και παρακάτω όπως θα δούμε με τους πρώτους ιερείς του ναού που είναι Κρήτες την καταγωγή … 

απίστευτα έργα τέχνης από μέλισσες 

 Παρόμοιος μύθος υπάρχει και για την ανέγερση της Άγιας του Θεού Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, όπου το σχέδιο της εκκλησίας, λέγετε, ότι έχει πραγματοποιηθεί μέσα σε κυψέλη από τις ίδιες τις μέλισσες: Η μέλισσα..αρχιτέκτονας της Αγίας Σοφίας 

Για περαιτέρω πληροφορίες περί των πρώτων προφητών/τισσών του ιερού των Δελφών στα Φωκικά του Παυσανίου εδώ : Ἑλλάδος περιήγησις Παυσανίας Φωκικά, Λοκρῶν Ὀζόλων


συνεχίζετε...