Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2014

ἐκ τοῦ πρωτογόνου πεφηνέναι λέγουσιν ὠοῦ...


Είδαμε στο προηγούμενο κείμενο τον ιστορικό Βηρρωσσό και τις αναφορές του περί του όντος που  εμφανίστηκε έξω από το Ερυθραίας ή Περσικό Κόλπο, ένα ον προικισμένο με ανθρώπινο λόγο, που ονομάζεται  Ωάννης ή Oννη. Ας περάσουμε όμως στην αναφορά περί του ‘Ωην κατά τον Πατριάρχη Φώτιο


Photius Lexicogr., Scr. Eccl., Theol., Bibliotheca
Codex 279, Bekker page 535a, line 35

    τι μυθολογε
νδρα τιν νομασμένον ην τς ρυθρς θαλάσσης
νελθεν, τλλα μν τν μελν χθύος χοντα, κε-
φαλν δ κα πόδας κα χερας νδρός, κα καταδεξαι
τήν τε στρονομίαν κα τ γράμματα. Ο δ ατν κ
το πρωτογόνου πεφηνέναι λέγουσιν ο, κα μαρτυρεν
τονομα· νθρωπον δ ντα τ πάντα χθν δόξαι,
διότι περ μφίεστο κητώδη δοράν.  
  

Διότι διηγούνται μύθους για κάποιον άντρα, με το όνομα ‘Ωην ο οποίος εκ της Ερυθράς θαλάσσης ανήλθε, και τα υπόλοιπα μέλη ψαριού ήταν σ΄αυτόν αλλά είχε κεφαλή, πόδια και χέρια ανδρός. Και έκανε γνωστά, επινόησε ή εισήγαγε την αστρονομία και τα γράμματα. Γι’ αυτόν λέγουν ότι εκ του πρωτογόνου – πρωτογενούς, αρχέγονου ωού φανερώθηκε, ήρθε στο φως, αποκαλύφθηκε, εμφανίσθηκε, έφεξε, έλαμψε, καθώς το μαρτυρεί και το όνομα του. Άνθρωπος όμως ήταν σε όλα παρότι έμοιαζε ή φαινόταν ότι είναι ψάρι καθότι ήταν ενδεδυμένος ή περιβαλλόταν από κητώδη – τερατώδη, δέρμα, τομάρι,

πρωτό-γονον, τό,= είζωον, Ps.-Dsc. 4.88.

αείζωος  και αιώνιος # αέναος # παντοτινός

πρωτό-γονος, ον, also η, ον Paus.1.31.4:—
first-born, firstling, ρνες, ριφοι, Il.4.102, Hes.Op.543; φονιξ π. first-born, first-created, E.Hec.458 (lyr.); τ π. LXXMi.7.1; of the tissues,= μοιομερ, Pl. ap.Gal.4.773; of a child, π. θάλος E.IT209 (lyr.); π. τν τέκνων IGRom.4.539 (Cotiaeum); π. λόγος, υός, Ph.1.427,308; ρχησις Luc. Salt.7; of the τριάς (= 1+2), Adam.Vent.46.
of rank, π. οκοι high-born houses (εγενες, Sch.), S.Ph.180 (lyr.).
epith. of gods, Dam.Pr.123 bis; so Πρωτογόνη, , name of Persephone, Paus. l.c. parox. πρωτογόνος, , bringing forth first, implied by Poll.4.208.




 
Η γέννηση εκ του Ωού. Ωόν ή ώεον, ώιον και ο Χρόνος εγέννησεν ωόν κατά τους Ορφικούς. Και εκ του Ωού εγεννήθη ο Φάνης – Ερως.


όν (egg): neut gen sg

όν 1

όν, τό, old poet. forms εον, ιον, v. sub fin.:—
egg, τίκτει ᾠὰ ν γ κα κλέπει [ κροκόδειλος] Hdt.2.68; ᾠὰ χήνεια Eriph. 7; of all birds, Arist.HA559a15; but mostly of hens' eggs, Ar. Lys.856, Fr.185, etc.; [ο] τ λευκόν, τ χρόν, Arist.HA559a18; τ πυρρόν, τ χρυσον, Hp.Mul.2.171, Ath.9.376d; ᾠὰ μιπαγέα half-boiled eggs, Hp.Acut.Sp.53; φθά, μά, Thphr.Vert. 2; ᾠὸν οφεν Nicom.Com.3; καταπίνειν Antiph.140.5; ᾠὰ κολάπτειν Anaxil.18.4(anap.); ᾠὰ γόνιμα fertile eggs, opp. πηνέμια, γονα, Arist.GA730a6,20; also ᾠὰ πλήρη Id.Mete.359a14; ᾠὸν τέλειον, opp. τελές, Id.GA718b23,24; ᾠὸν νεμιαον, ζεφύριον, wind-egg, Arar.6, Arist.HA560a6; σμύρνης . lump, Hdt.2.73; Χρόνος γέννησεν όν Orph.Fr.54, al., cf. Epimenid.5: metaph., ᾠὸν πας γέγονεν he has become bald as an egg, AP11.398 (Nicias).
of the eggs or spawn of fish, Hdt.2.93; τ ᾠὰ φισι Arist.HA567b22, cf. 525a7; of serpents, ib.558a26; of tortoises, ib.558a4.
of plants, seed, Id.GA731a6; cf. οτοκέω 2.
cupping-glass, τ ατρικ ᾠὰ έλινα ντακα σύστομα Hero Spir.1Prooem.: egg-shaped cup, Dinon 14. The word has the foll. forms: Att. όν (-  ̆), confirmed by Inscrr. ιν IG11(2).224 A11,12 (Delos, iii B. C.), Papyri (ι χήνεα PCair.Zen. 130.26 (iii B. C.)), and later Mss.; Aeol. ιον, gen. ίω  ̄  ̆  ̆ ̄), Sapph.56, 112; εον lbyc.16, Semon.11, Call.Epigr.6.10, Nic.Th.192, Arat.956; βεον is Argive acc. to Hsch. (i.e. ϝεον; όν oxyt. acc. to Theognost.Can.130; εον proparox., ib.121. The form όν, which Lat. ovum would lead us to expect, is found only in late texts (LXX De.22.6, Ev.Luc.11.12, etc.) and is due to loss of the ι in ii B. C.; cogn. with Lat. ovum, OHGei, ONorse egg (prim. Germanic ai<*>i<*>a-), whence Engl. egg.

 Ο  Φάνης η  θεότητα των Ορφικών μυστηρίων ο Έρως - αρχαιότερη του Κρόνου - λέγεται "πρωτόγονος" και "αυτόγονος"


Πρωτόγονος σημαίνει και πρωτογενής # πρωτότοκος # πρωτογέννητος # αρχέγονος # παλιός # ευγενής.

 Αρχέγονος σημαίνει και παλιός # πρωτόγονος # πρωτουργός # πρωταίτιος # γενάρχης

Στον ύμνο του Πρωτογόνου στα ορφικά διαβάζουμε:

Πρωτόγονον καλέω διφυή μέγαν αιθερόπλαγκτον
ωιογενή χρυσέαισιν αγαλλόμενον πτερύγεσσι
ταυροβόαν γένεσιν μακάρων θνητών τ' ανθρώπων
σπέρμα πολύμνηστον πολυόργιον Ηρικεπαίον
άρρητον κρύφιον ροιζήτορα παμφαές έρνος
όσσων ος σκοτόεσσαν απημαύρωσας ομίχλην
πάντη δινηθείς πτερύγων ριπαίς κατά κόσμον
λαμπρόν άγων φάος αγνόν αφ' ού σε Φάνητα κικλήσκω
ηδέ Πρίηπον άνακτα και Ανταύγην ελίκωπον
αλλά μάκαρ πολύμητι πολύσπορε βαίνε γεγηθώς
ες τελετήν αγίαν πολυποίκιλον οργιοφάνταις

ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΓΟΝΟΥ

Τον δισυπόστατο Πρωτόγονο επικαλούμαι, τον μέγα, τον αιθεροπλάνητο,
τον ωογέννητο,
με τα χρυσά φτερά που αγαλλιά,
τον ταυρόφωνο, τη γένεση των μακαρίων και των θνητών ανθρώπων,
το πολυενθύμητο σπέρμα, τον πολυόργιο, τον Ηρικεπαίο,
τον ανείπωτο, την κρύφια ορμή, τον πάμφωτο βλαστό,
συ που διέλυσες τη σκοτεινή ομίχλη των ματιών
κυκλοστρεφόμενος με τις κινήσεις των φτερών παντού στον κόσμο
φέρνοντας το ιερό λαμπρό φως, γι’ αυτό Φάνητα σε ονομάζω
κι άνακτα Πρίαπο κι Ανταύγη ζωηροφθαλμο.
Αλλά μακάριε, στοχαστικέ, γόνιμε, πήγαινε χαρούμενος
στην άγια τελετή την πολυσύνθετη των οργιοφαντών.

 

 Ο Πρόκλος παρουσιάζει την επί ίσοις όροις την συμμετοχή του Αιθέρα αλλά και του Χάους, στην γένεση αυτή εκ του Ωού

 ν δ τ ὠὸν κενο το τε Αθέρος γγονον κα το Χάους,
ν μν κατ τ πέρας δρυται τν νοητν, τ δ κατ
τ πειρον· μν γάρ στι ίζωμα τν πάντων, τ δ
<οδν περαρ πν>

 Δηλ.  είναι εκείνο το αυγόν απόγονος του Αιθέρα και του Χάους και απ΄ αυτά (από τον Αιθέρα και το Χάος) ο Αιθέρας τοποθετήθηκε σύμφωνα με το όριο των νοητών πραγμάτων, ενώ το Χάος σύμφωνα με το Απειρο. Διότι ο Αιθέρας ήταν η ΡΙΖΑ/ ΤΟ ΓΕΝΟΣ των ΠΑΝΤΩΝ, ενώ στο Χάος δεν υπήρχε κανένα όριον.

Επιπλέον στο παραπάνω κείμενο ο Πρόκλος ορίζει τον Αιθέρα ως το ρίζωμα, την αρχική πηγή (Αιτία) προέλευσης των πάντων, ενώ στα έργα στον Πλατωνικό διάλογο του Παρμενίδη  και στο  έργο του σχόλια «Εις Κρατύλον» αποδίδει τον ίδιο ρόλο στον ΧΡΟΝΟ όπως και ο Ορφεύς, δηλαδή παρουσιάζουν ως την πρώτην πάντων αιτίαν και την καλούν ως ΧΡΟΝΟΝ.

Proclus Phil., In Platonis Parmenidem
Page 1224, line 33
  
α ρφες <χρόνον> ποκαλε τ πρώτιστον. Μ
χρόνος μν ον στιν να μ μέχρι ψυχν κα
λως τν κινουμένων π' ατο καθήκ τε-
λειότης τ γρ αώνια κρείττω τν κατ χρό-
νον νεργούντων στ, κα ο τν μν χειρόνων
στν ποστατικν, τν δ κρειττόνων ναί-
τιον. ...
<Χρόνος> δ π ρφέως νομάζεται
κατ δή τινα θαυμαστν ναλογίαν· <γενέσεις>
γρ θεολόγος τν γεννήτων μυστικς πα-
ραδος, κα τ ατιον τς κφάνσεως τν
θείων <χρόνον> συμβολικς νόμασεν· που
γρ γένεσις, κε κα χρόνος·
 




Συνεχίζετε …

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου