Παρασκευή 10 Ιουλίου 2020

προφητεύουσιν ανάγκη γίγνεσθαι τον ενθουσιασμόν



Το μαντείο των Δελφών ήταν το πιο γνωστό ίδρυμα αυτού του είδους στην αρχαία Ελλάδα, και θα ήταν χρήσιμο να ασχοληθούμε αρχικά μ’ αυτό σε ότι αφορά την μαντεία και τις Πυθίες του ως μάντεις. Φαινόμενα, όπως η προφητεία, η έκσταση, ο ενθουσιασμός, η κρυπταισθησία, η υπνωτική καταληψία και η γλωσσολαλία (το να μιλάς άγνωστες γλώσσες) μπορούν ίσως να διευκρινιστούν με τον καλύτερο τρόπο από τις γνώσεις μας -όσο κι αν είναι ανεπαρκείς- για τα όσα συνέβαιναν στους Δελφούς, γιατί τουλάχιστον ένα μέρος της συλλογικής εμπειρίας χιλιάδων επισκεπτών έχει καταγραφεί.
Τα μαντεία είναι κατεξοχήν τα μέρη όπου ασκούνταν η προφητεία ως είδος και μορφή μαντείας. Η πρόβλεψη γεγονότων ως αποτέλεσμα οράματος ή ακούσματος της φωνής μιας θεότητας ή εισαγωγής σε μια κατάσταση έμπνευσης είναι καλά τεκμηριωμένη στην αρχαία Εγγύς Ανατολή. Ακόμα έχουμε την εμφάνιση προφητών και σε άλλες θρησκείες όπως τον Ησαΐα και Ιερεμία, για παράδειγμα. Η φύση της προφητείας στην Παλαιά Διαθήκη έχει μελετηθεί και αναφερθεί πολλές φορές.


Στα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης ο Ιωάννης ο Βαπτιστής και ο Ιησούς ονομάζονταν «προφήτες»- ο Ιησούς μάλιστα θεωρήθηκε ότι ήταν ένας από τους αρχαίους προφήτες που ήρθε πάλι στη ζωή βλέπε και Κατά Μάρκον 8:28

Και ανεχώρησεν ο Ιησούς με τους μαθητάς του από την περιοχήν εκείνην, και ήλθε εις τα χωριά της Καισαρείας, την οποίαν είχε μεγαλώσει και εξωραΐσει ο Ηρώδης Φιλιππος. Εις τον δρόμον δε ερωτούσε τους μαθητάς του· “τι λέγουν οι άνθρωποι περί εμού· ποίος, νομίζουν ότι είμαι;”

Μαρκ. 8,28 οἱ δὲ ἀπεκρίθησαν Ἰωάννην τὸν βαπτιστήν, καὶ ἄλλοι Ἠλίαν, ἄλλοι δὲ ἕνα τῶν προφητῶν.

Μαρκ. 8,28 Εκείνοι δε απήντησαν,·“άλλοι σε θεωρούν Ιωάννην τον Βαπτιστήν, άλλοι Ηλίαν, και άλλοι ένα από τους προφήτας”.

Μαρκ. 8,29 καὶ αὐτὸς λέγει αὐτοῖς· ὑμεῖς δὲ τίνα με λέγετε εἶναι; ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Πέτρος λέγει αὐτῷ· σὺ εἶ ὁ Χριστός.

Μαρκ. 8,29 Και αυτός τους είπε· “σεις δε ποιός λέγετε, ότι είμαι;” 'Αποκριθεις δε ο Πετρος λέγει εις αυτόν· “συ είσαι ο Χριστός, τον οποίον προείπαν οι προφήται”



Στην πρώιμη Εκκλησία, άνθρωποι που είχαν το ιδιαίτερο χάρισμα να προφέρουν κάποιες λέξεις σε κατάσταση υπνωτικής καταληψίας ονομάζονταν «προφήτες» (ο όρος κάποτε μεταφράζεται ως «χαρισματικοί»), για παράδειγμα στην Ιερουσαλήμ (Πράξεις11:27-

           Ἐν ταύταις δὲ ταῖς ἡμέραις κατῆλθον ἀπὸ Ἱεροσολύμων προφῆται εἰς Ἀντιόχειαν·

Πραξ. 11,27         Κατά τας ημέρας δε αυτάς ήλθαν εις την Αντιόχειαν από τα Ιεροσόλυμα μερικοί προφήται.

Πραξ. 11,28         ἀναστὰς δὲ εἷς ἐξ αὐτῶν ὀνόματι Ἄγαβος ἐσήμανε διὰ τοῦ Πνεύματος λιμὸν μέγαν μέλλειν ἔσεσθαι ἐφ᾿ ὅλην τὴν οἰκουμένην· ὅστις καὶ ἐγένετο ἐπὶ Κλαυδίου Καίσαρος.

Πραξ. 11,28         Ενας δε από αυτούς, ονόματι Αγαβος, εσηκώθηκε και, φωτισμένος από το Πνεύμα το Αγιον, προανήγγειλε ότι έμελλε να γίνη μεγάλη πείνα εις όλην την οικουμένην. Αυτή δε η πείνα έγινε πράγματι επί της αυτοκρατορίας του Κλαυδίου Καίσαρος.



Πράξεις 15:32



          Ἰούδας τε καὶ Σίλας, καὶ αὐτοὶ προφῆται ὄντες, διὰ λόγου πολλοῦ παρεκάλεσαν τοὺς ἀδελφοὺς καὶ ἐπεστήριξαν.

Πραξ. 15,32         Και ο Ιούδας και ο Σίλας, οι οποίοι ήσαν προφήται και αυτοί, με πολλούς λόγους παρηγόρησαν, καθησύχασαν και εστήριξαν εις την ορθήν πίστιν τους αδελφούς



και στην Αντιόχεια Πράξεις 13:1

Πραξ. 13,1  Ἦσαν δέ τινες ἐν Ἀντιοχείᾳ κατὰ τὴν οὖσαν ἐκκλησίαν προφῆται καὶ διδάσκαλοι, ὅ τε Βαρνάβας καὶ Συμεὼν ὁ ἐπικαλούμενος Νίγερ, καὶ Λούκιος ὁ Κυρηναῖος, Μαναήν τε Ἡρῴδου τοῦ τετράρχου σύντροφος καὶ Σαῦλος.

Πραξ. 13,1  Ήσαν δε εις την Αντιόχειαν, μέλη της εκεί Εκκλησίας, μερικοί προφήται και διδάσκαλοι και ο Βαρνάβας και ο Συμεών, που ελέγετο και Νιγερ, και ο Λούκιος ο Κυρηναίος και ο Μαναήν, ο οποίος είχε ανατραφή μαζή με τον τετράρχην Ηρώδην και ο Σαύλος.

Πραξ. 13,2  λειτουργούντων δὲ αὐτῶν τῷ Κυρίῳ καὶ νηστευόντων εἶπε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον· ἀφορίσατε δή μοι τὸν Βαρνάβαν καὶ τὸν Σαῦλον εἰς τὸ ἔργον ὃ προσκέκλημαι αὐτούς.

Πραξ. 13,2  Ενώ δε αυτοί προσέφεραν την λατρείαν των προς τον Κυριον και ενήστευαν, είπε το Πνεύμα το Αγιον· “ξεχωρίστε μου αμέσως τον Βαρνάβαν και τον Σαύλον δια το έργον, δια το οποίον εγώ τους έχω προσκαλέσει”.



Σ’ ένα παλαιό χριστιανικό κείμενο, τη Διδασκαλία των Δώδεκα Αποστόλων --Διδαχή, που χρονολογείται πιθανόν περί το 150 μ.Χ., αλλά κάποια τμήματά της είναι παλαιότερα), βρίσκουμε αναφορές σ’ αυτούς τους «χαρισματικούς». Διακρίνονται από τους «αποστόλους» (ή «ιεραποστόλους») και από τους «διδασκάλους» (βλ. A' Προς Κορινθίους επιστολή 12:28).




Διαιρέσεις δὲ χαρισμάτων εἰσί, τὸ δὲ αὐτὸ Πνεῦμα·

Α Κορ. 12,4         Το Πνεύμα δίδει χαρίσματα και δωρεάς· υπάρχουν βέβαια καταμερισμοί διαφόρων χαρισμάτων,·αλλά το Πνεύμα, που μοιράζει τα χαρίσματα, είναι ένα.

Α Κορ. 12,5         καὶ διαιρέσεις διακονιῶν εἰσι, καὶ ὁ αὐτὸς Κύριος·

Α Κορ. 12,5         Και καταμερισμοί υπηρεσιών υπάρχουν εις διαφόρους πιστούς εν τη Εκκλησίᾳ· αλλ' ένας και ο αυτός είναι ο Κύριος, που μοιράζει αυτάς τας εκκλησιαστικάς υπηρεσίας.

Α Κορ. 12,6         καὶ διαιρέσεις ἐνεργημάτων εἰσίν, ὁ δὲ αὐτός ἐστι Θεός, ὁ ἐνεργῶν τὰ πάντα ἐν πᾶσιν.

Α Κορ. 12,6         Υπάρχουν και διανομαί δυνάμεων, δια των οποίων ενεργούνται υπερφυσικαί και θαυμασταί πράξεις· ο ίδιος όμως Θεός είναι εκείνος που ενεργεί και μοιράζει όλα αυτά εις όλους.

Α Κορ. 12,7         Ἑκάστῳ δὲ δίδοται ἡ φανέρωσις τοῦ Πνεύματος πρὸς τὸ συμφέρον.

Α Κορ. 12,7         Εις τον καθένα δίδεται το χάρισμα, με το οποίον φανερώνεται η ενέργεια και η δωρεά του Αγίου Πνεύματος δια το πνευματικόν συμφέρον και την εξυπηρέτησιν των πιστών.

Α Κορ. 12,8         ᾧ μὲν γὰρ διὰ τοῦ Πνεύματος δίδοται λόγος σοφίας, ἄλλῳ δὲ λόγος γνώσεως κατὰ τὸ αὐτὸ Πνεῦμα,

Α Κορ. 12,8         Διότι εις άλλον μεν δίδεται από το Αγιον Πνεύμα ικανότης λόγου να κατανοή βαθέως και να διδάσκη με σαφήνειαν και πειστικότητα τας υψηλάς αληθείας της πίστεως. Εις άλλον δίδεται ικανότης λόγου να εξηγή και μεταδίδη στους πιστούς την σωτηριώδη γνώσιν· δίδεται δε σύμφωνα με το μέτρον και την δωρεάν του αυτού Αγίου Πνεύματος.

Α Κορ. 12,9         ἑτέρῳ δὲ πίστις ἐν τῷ αὐτῷ Πνεύματι, ἄλλῳ δὲ χαρίσματα ἰαμάτων ἐν τῷ αὐτῷ Πνεύματι,

Α Κορ. 12,9         Εις άλλον δε δίδεται από το αυτό Αγιον Πνεύμα θερμή και ζωντανή πίστις, ώστε να κάμνη θαύματα. Εις άλλον δε χαρίσματα θεραπείας διαφόρων ασθενειών, αι οποίαι θεραπείαι γίνονται με το ίδιον Αγιον Πνεύμα.

Α Κορ. 12,10       ἄλλῳ δὲ ἐνεργήματα δυνάμεων, ἄλλῳ δὲ προφητεία, ἄλλῳ δὲ διακρίσεις πνευμάτων, ἑτέρῳ δὲ γένη γλωσσῶν, ἄλλῳ δὲ ἑρμηνεία γλωσσῶν·

Α Κορ. 12,10       Εις άλλον δε δίδονται ενέργειαι δυνάμεων δι' υπερφυσικά έργα. Εις άλλον δίδεται χάρισμα προφητείας· εις άλλον το χάρισμα να διακρίνη τους πνευματικούς ανθρώπους από τους μη πνευματικούς, τους αληθινούς προφήτας και διδασκάλους από τους ψευδείς. Εις άλλον δίδεται το χάρισμα να ομιλή διαφόρους γλώσσας, εις άλλον δε το χάρισμα να ερμηνεύη αυτά που λέγονται εις ξένας γλώσσας.

Α Κορ. 12,11       πάντα δὲ ταῦτα ἐνεργεῖ τὸ ἓν καὶ τὸ αὐτὸ Πνεῦμα, διαιροῦν ἰδίᾳ ἑκάστῳ καθὼς βούλεται.

Α Κορ. 12,11       Όλα δε αυτά τα ενεργεί το ένα και το αυτό Αγιον Πνεύμα, το οποίον σύμφωνα με την αγαθήν και πάνσοφον αυτού θέλησιν μοιράζει ιδιαιτέρως στον καθένα τα χαρίσματα, (ώστε να υπάρχη εις την Εκκλησίαν του Χριστού ποικιλία μικρών και μεγάλων χαρισμάτων).

          Καὶ οὓς μὲν ἔθετο ὁ Θεὸς ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, ἔπειτα δυνάμεις, εἶτα χαρίσματα ἰαμάτων, ἀντιλήψεις, κυβερνήσεις, γένη γλωσσῶν.

Α Κορ. 12,28       Και άλλους μεν έθεσεν ο Θεός εις την Εκκλησίαν του πρώτον μεν αποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους· έπειτα άλλους τους έθεσε εις αναλόγους θέσεις και τους έδωσε την δύναμιν να κάνουν θαύματα, άλλους ώρισε να έχουν χαρίσματα εις θεραπείαν ασθενειών, εις άλλους έδωσε χαρίσματα φροντίδος και επιμελείας δια τους πτωχούς και πάσχοντας, χαρίσματα διοικητικά εις την Εκκλησίαν, χαρίσματα διαφόρων γλωσσών. (Ο καθένας κατά την ικανότητα του έχει λάβει από τον Θεόν το χάρισμά του και την θέσιν του).

Α Κορ. 12,29       μὴ πάντες ἀπόστολοι; μὴ πάντες προφῆται; μὴ πάντες διδάσκαλοι; μὴ πάντες δυνάμεις;

Α Κορ. 12,29       Μηπως όλοι είναι απόστολοι; Μηπως όλοι είναι προφήται; Μηπως όλοι είναι διδάσκαλοι; Μηπως όλοι έχουν θαυματουργικάς δυνάμεις;

Α Κορ. 12,30       μὴ πάντες χαρίσματα ἔχουσιν ἰαμάτων; μὴ πάντες γλώσσαις λαλοῦσι; μὴ πάντες διερμηνεύουσι;

Α Κορ. 12,30       Μήπως όλοι έχουν χαρίσματα θεραπείας ασθενειών; Μήπως όλοι ομιλούν γλώσσας; Μήπως όλοι έχουν το χάρισμα να εννοούν και να ερμηνεύουν ξένας γλώσσας;

Α Κορ. 12,31       ζηλοῦτε δὲ τὰ χαρίσματα τὰ κρείττονα. καὶ ἔτι καθ᾿ ὑπερβολὴν ὁδὸν ὑμῖν δείκνυμι.

Α Κορ. 12,31       Όλα βέβαια αυτά τα θεόσδοτα χαρίσματα έχουν την αξίαν των. Να επιθυμήτε όμως σεις με ζήλον και να προσπαθήτε να αποκτήσετε τα χαρίσματα τα ακόμη καλύτερα. Και σας δείχνω ακόμη ένα εξαίρετον δρόμον, ένα υπέροχον μέσον, δια να αποκτήσετε τα μεγάλα χαρίσματα. Και αυτό είναι η αγάπη.

 Αντίθετα με τους διδασκάλους οι «χαρισματικοί» εμπνέονταν, και αντίθετα με όσους «ομιλούσαν άγνωστες γλώσσες», το μήνυμά τους ήταν κατανοητό, παρ’ όλο που μπορεί να ξεχνούσαν αμέσως μετά τι είχαν πει. Οι γνήσιοι «προφήτες» έχαιραν μεγάλης εκτίμησης στην κοινότητα, αλλά προφανώς υπήρχαν επίσης απατεώνες που μιμούνταν το χάρισμά τους, χρησιμοποιώντας το ως έναν εύκολο τρόπο βιοπορισμού.

Η γλωσσολαλία, ένα είδος εμπνευσμένης εκστατικής ομιλίας, δεν είναι αποκλειστικά χριστιανικό φαινόμενο- εμφανίστηκε σε ποικίλα θρησκευτικά συμφραζόμενα της ελληνιστικής περιόδου, και περιγράφεται σε μια παλιά μαρτυρία σχετικά με τη δελφική Πυθία (Ηράκλειτος, που παρατίθεται από τον Πλούταρχο στο δοκίμιό του "Περί τον μη χραν έμμετρα νυν την Πυθίαν". Στο ίδιο κείμενο δίνονται μια σειρά πληροφορίες για τους έν-θεους προφήτες και τις Πυθίες όπως αναφέρετε στο κείμενο :  
"Αιτία είναι η κράση του σώματος, όπως ακριβώς, από την άλλη, η κράση των μελαγχολικών τούς κάνει να βλέπουν πολλά όνειρα και οράματα, εξ ου και θεωρείται ότι βλέπουν όνειρα που βγαίνουν, διότι, καθώς η φαντασία τούς στρέφει κάθε φορά αλλού, όπως ακριβώς εκείνοι που ρίχνουν επανειλημμένες βολές,  πολλές είναι οι φορές που πετυχαίνουν τον στόχο.  Όταν λοιπόν η παραστατική και μαντική δύναμη ταιριάζει τέλεια με την κράση του πνεύματος, σαν να ήταν το πνεύμα φάρμακο, κατ’ ανάγκην εμφανίζεται μέσα στους προφήτες ο ιερός ενθουσιασμός. (προφητευουσιν ανάγκη γίγνεσθαι τον ενθουσιασμόν ..)

Όταν πάλι αυτό δεν συμβαίνει, δεν εμφανίζεται ή εμφανίζεται και είναι παράφορος, λειψός και δημιουργεί σύγχυση, όπως γνωρίζουμε ότι συνέβη με την Πυθία που πέθανε πριν λίγο καιρό. Απεσταλμένοι από τα ξένα είχαν έρθει να ζητήσουν χρησμό, και λέγεται πως με τα πρώτα ραντίσματα το ιερό σφάγιο έμεινε ακίνητο και απαθές, καθώς όμως οι ιερείς έδειχναν υπερβάλλοντα ζήλο και επέμεναν, στο τέλος, αφού καταβράχηκε και μούσκεψε, αντέδρασε.

κατέβη μέν εις τό μαντείον ώς φασιν άκουσα και απρόθυμος, ευθύς δέ περί τάς πρώτας αποκρίσεις ήν καταφανής τη τραχύτητι της φωνής ουκ άναφέρουσα δίκην νεώς έπειγομένης αλάλου και κακού πνεύματος ούσα πλήρης- τέλος δέ παντάπασιν εκταραχθεΐσα και μετά κραυγής άσημου και φοβέρας φερομένη προς την έξοδον έρριψεν εαυτην, ώστε φυγείν μη μόνον τους θεοπρόπους αλλά και τον προφήτην Νίκανδρον και τους παρόντας των όσιων, άνείλοντο μέντοι μετά μικρόν  αυτήν εισελθόντες έμφρονα και διεβίωσεν όλίγας ημέρας, τούτων ένεκα και συνουσίας αγνόν τό σώμα και τον βίον όλως άνεπίμικτον άλλοδαπαΐς και άθικτον όμιλίαις φυλάττουσι τής Πυθίας και προ του χρηστηρίου τά σημεία λαμβάνουσιν, οίόμενοι τω θεω κατάδηλον είναι, πότε την πρόσφορον έχουσα κρασιν και διάθεσιν άβλαβώς υπομένει τον ενθουσιασμόν, ούτε γάρ πάντας ούτε τούς αυτούς αεί διατίθησιν ωσαύτως ή του πνεύματος δύναμις, άλλ' υπέκκαυμα παρέχει καί αρχήν ώσπερ εΐρηται τοΐς προς τό παθεΐν καί μεταβαλεϊν οίκείως έχουσιν. έ'στι δέ θεία μέν όντως καί δαιμόνιος, ον μήν άνέκλειπτος ούδ'  άφθαρτος ούδ’ άγήρως καί διαρκής εις τον άπειρον χρόνον ΰφ ’ ον πάντα κάμνει τά μεταξύ γης καί σελήνης κατά τον ήμέτερον λόγον, είσί δ’ οί καί τά επάνω

Τι συνέβη, λοιπόν, με την Πυθία; Κατέβηκε στο μαντείο, όπως λένε, απρόθυμη και παρά τη θέλησή της, ενώ ήδη με τις πρώτες αποκρίσεις ήταν καταφανές από την τραχύτητα της φωνής πως δεν συνερχόταν, πλημμυρισμένη, σαν πλοίο που το σπρώχνει ο άνεμος, από πνοή άλαλη και βλαβερή.

 Στο τέλος, τελείως έξαλλη, κινήθηκε με κραυγές άναρθρες και φοβερές προς την έξοδο και έπεσε κάτω, με αποτέλεσμα να τραπούν σε φυγή όχι μόνον οι απεσταλμένοι αλλά και ο προφήτης Νίκανδρος καθώς και όσοι από τους όσιους ήταν παρόντες. Τη σήκωσαν μετά από λίγο που μπήκαν μέσα, ενώ είχε ακόμη τις αισθήσεις της, και έζησε για λίγες μέρες. Αυτός είναι ο λόγος που προσπαθούν να κρατήσουν το σώμα της Πυθίας αγνό από κάθε ερωτική επαφή και τη ζωή της γενικά μοναχική και ανόθευτη από σχέσεις με ξένους πριν από τη χρησμοδότηση επίσης παρατηρούν τα σημάδια, θεωρώντας πως για τον θεό είναι ολοφάνερο πότε είναι στην κατάλληλη κατάσταση και διάθεση ώστε να αντέξει χωρίς προβλήματα τη θεϊκή έμπνευση. Πράγματι, ούτε όλους ούτε πάντα τους ίδιους φέρνει στην κατάσταση αυτή η δύναμη του πνεύματος, αλλά παρέχει την καύσιμη ύλη και το έναυσμα, όπως λέχθηκε, σε όσους έχουν την προδιάθεση να δεχτούν την επίδραση και να υποστούν τη μεταβολή. Είναι βέβαια θεϊκή, πράγματι, και δαιμόνια, όχι όμως ακατάπαυστη, άφθαρτη, αγέραστη και διαρκής στον άπειρο χρόνο, που κάνει όλα όσα βρίσκονται μεταξύ γης και σελήνης να εξαντλούνται, σύμφωνα με την άποψή μας.

Η Πυθία σε έκσταση και ιερά μανία – ενθουσιασμό (καταληψία)  -εκ του ενθουσιάζω < ἔνθους < ἔνθεος < ἐν + θεός, κατειλημμένος από τον θεό- , δεν χαμογελά, μιλά με άναρθρους, τραχείς ήχους, αλλά είναι σε επαφή με το θεό. Πλήρης θείου πνεύματος θα λέγαμε, αλλά η επαφή με το θείο γίνεται παρά την θέληση της και της προκαλεί μια κατάσταση που δεν μπορεί να ελέγξει.. άναρθρες κραυγές πλημμυρίζουν το στόμα της, εκτός εαυτού με σπασμωδικές κινήσεις προσπαθεί να απομακρυνθεί και ν΄απομακρύνει τον δαίμονα- θεό που την κατέλαβε.. πέφτει άλαλη και ακίνητη .. θα ζήσει λίγες μέρες και μετά θα ξεψυχήσει…Γι’αυτό επέλεγαν ένα παρθένο οργανισμό μακριά απ΄οποιαδήποτε ερωτική επαφή αλλά και οποιαδήποτε επαφή ακόμα και  με ξένους επισκέπτες…

Μια μεταγενέστερη μαρτυρία είναι αυτή του Λουκιανού (Αλέξανδρος, §23), ο οποίος γράφει ότι η ομιλία της Σίβυλλας μοιάζει με τα εβραϊκά ή τα φοινικικά και ότι εκείνοι που δεν την καταλαβαίνουν, τη θαυμάζουν. Το νόημα βέβαια είναι ότι δεν είναι ούτε εβραϊκά ούτε φοινικικά ούτε άλλη γλώσσα γνωστή στους ανθρώπους (η χρήση σημιτικών λέξεων σε μαγικούς αρχαιοελληνικούς λογοτύπους είναι κάτι διαφορετικό), αλλά μόνον ένα διακεκομμένο, ανακόλουθο ξεχείλισμα ήχων.


22] Ἔχρη οὖν καὶ ἐθέσπιζε͵ πολλῇ τῇ συνέσει ἐνταῦθα χρώμενος καὶ τὸ εἰκαστικὸν τῇ ἐπινοίᾳ προσάπτων͵ τοῖς μὲν λοξὰ καὶ ἀμφίβολα πρὸς τὰς ἐρωτήσεις ἀποκρινόμενος͵ τοῖς δὲ καὶ πάνυ ἀσαφῆ· χρησμῳδικὸν γὰρ ἐδόκει αὐτῷ τοῦτο. τοὺς δὲ ἀπέτρεπεν ἢ προὔτρεπεν͵ ὡς ἄμεινον ἔδοξεν αὐτῷ εἰκάζοντι· τοῖς δὲ θεραπείας προὔλεγεν καὶ διαίτας͵ εἰδώς͵ ὅπερ ἐν ἀρχῇ ἔφην͵ πολλὰ καὶ χρήσιμα φάρμακα. μάλιστα δὲ εὐδοκίμουν παρ΄ αὐτῷ αἱ κυτμίδες͵ ἀκόπου τι ὄνομα πεπλασμένον͵ ἐκ λίπους ἀρκείου συντεθειμένου. τὰς μέντοι ἐλπίδας καὶ προκοπὰς καὶ κλήρων διαδοχὰς εἰσαῦθις ἀεὶ ἀνεβάλλετο͵ προστιθεὶς ὅτι ἔσται πάντα ὁπόταν ἐθελήσω ἐγὼ καὶ Ἀλέξανδρος ὁ προφήτης μου δεηθῇ καὶ εὔξηται ὑπὲρ ὑμῶν.
22. Έδιδε λοιπόν χρησμούς και γνώμας, αλλά με πολλήν περίσκεψιν, φροντίζων να συνδέη την πιθανότητα μετά της πανουργίας. Εις άλλων μεν τας ερωτήσεις έδιδε σκολιάς και αμφιβόλους απαντήσεις, εις άλλους δε λίαν σκοτεινάς· διότι και το σκοτεινόν του εφαίνετο ως προσόν των χρησμών. Και άλλους μεν απέτρεπεν ή προέτρεπεν, όπως έκρινεν καλλίτερον και πιθανώτερον, εις άλλους δε προέλεγε θεραπείας και συνεβούλευε διαίτας, διότι, όπως εις την αρχήν είπα, εγνώριζε πολλά και χρήσιμα φάρμακα. Συνίστα δε προ πάντων τας κυτμίδας, όνομα ανακουφιστικού τίνος φαρμάκου το οποίον είχεν ονομάσει αυτός και το οποίον κατεσκευάζετο από αίγειον λίπος. Οσάκις ηρωτάτο δι' ελπίδας και πόθους και κληρονομίας, ανέβαλλε πάντοτε να δώση οριστικήν απάντησιν και έλεγεν ότι όλα αυτά θα γίνουν όταν θελήσω εγώ και ο Αλέξανδρος ο προφήτης μου δεηθή και ευχηθή διά σας.


Στην πρώιμη Εκκλησία «το να είναι κανείς πλήρης πνεύματος» δημιουργούσε τρία εκπληκτικά χαρίσματα: α) την προφητεία, β) την ομιλία σε άγνωστες γλώσσες, γ) τη δύναμη της θεραπείας. Η ομιλία σε άγνωστες γλώσσες, καθώς διακρινόταν από την προφητεία, αναφερόταν στους ακατανόητους ήχους της εκστατικής ομιλίας.
Το να μιλά κανείς μια «ξένη» (δηλαδή ακατανόητη) γλώσσα και να προβλέπει μελλοντικά γεγονότα θεωρούνταν επίσης σύμπτωμα κατοχής. Αυτό δεν είναι άξιο απορίας, γιατί και η υπνωτική καταλήψια της Πυθίας έχει επίσης περιγραφτεί ως ένα είδος κατοχής. Ο Απόλλωνας την κατέχει, την πληροί, την ελέγχει. Η διαφορά έγκειται στη φύση της θεϊκής δύναμης που «κυριεύει» ένα ανθρώπινο ον: το Άγιο Πνεύμα από τη μια πλευρά, ένας κακόβουλος δαίμονας από την άλλη.
Η προφητική έκσταση συνήθως εξηγείται ως «υπνωτική καταληψία», μια συνειδησιακή κατάσταση που προκαλείται από μια θεϊκή δύναμη· σ’ αυτήν την κατάσταση ο κανονικός νους παραμερίζεται και η κανονική γλώσσα αντικαθίσταται συχνά από ακατανόητες κουβέντες. Ο Γαληνός, μια ιατρική αυθεντία του 2ου αι. μ.Χ., την περιγράφει ως «μια τρέλλα που δεν διαρκεί πολύ»· και, πράγματι, η ίδια η αρχαιοελληνική γλώσσα αντανακλά τη σύνδεση της μανίας με το μάντης. Το φαινόμενο μελετήθηκε πολλές φορές, αλλά, όπως το συναφές φαινόμενο της ύπνωσης, δεν έχει κατανοηθεί πλήρως σήμερα. Η προφητική έκσταση είναι χαρακτηριστικό του σαμάνου. Μπορεί να προκληθεί από ένα είδος αυτοΰπνωσης, για παράδειγμα, από το μονότονο μουρμουρητό των προσευχών ή των μαγικών φραστικών σχημάτων, από τα ναρκωτικά (βότανα, μανιτάρια, τοξικές ουσίες όπως το εργότιο) και την εισπνοή αρωματικών ατμών, ή από το χορό και την ενασχόληση με άλλα είδη άσκησης όπως οι περιστρεφόμενοι δερβίσηδες.


 Μια αυστηρά λατρευτική προεργασία πριν από την καθ'αυτό καταληψία (νηστεία, λουτρό, έλλειψη ύπνου), η παρουσία των ιερέων με τα ενδύματά τους, το περιβάλλον που προκαλεί δέος, όλα αυτά μπορούσαν να προετοιμάσουν (ή να «προγραμματίσουν», όπως θα λέγαμε σήμερα) το μέντιουμ.
 Η μανία μπορεί επίσης να ήταν προσποιητή, όπως γνωρίζουμε από τον Λουκανό (Φαρσάλια 5.124-161), επειδή η πραγματική εμπειρία της θεϊκής κατοχής μπορούσε να είναι τραυματική και θεωρούνταν ότι συντόμευε τη ζωή του μέντιουμ. Ωστόσο, αν κρίνουμε από το επεισόδιο του Λουκανού, υπήρχαν σημεία που πρόδιδαν την ψεύτικη έκσταση.

 ΛΟΥΚΑΝΟΣ, Φαρσάλια 5.86-224

"Ποιος από τους θεούς κρύβεται εδώ; Ποιο θεϊκό πνεύμα απ’ τον αιθέρα εξόριστο, έκρινε σωστό να κατοικήσει έγκλειστο σε σκοτεινές σπηλιές; Ποιος θεός του ουρανού ανέχεται να ζει στη γη, κατέχοντας όλα τα μυστικά της αιώνιας φοράς των πραγμάτων; Μοιράζεται αυτός με το σύμπαν τη γνώση του μέλλοντος, είναι πρόθυμος να αποκαλυφθεί στα έθνη, υποφέροντας την επαφή με τους ανθρώπους, μέγας και δυνατός, είτε μονάχα προφητεύει το μέλλον, είτε, προφητεύοντας, όσα παραγγέλλει γίνονται μοίρα. Ένα μεγάλο κομμάτι της όλης θεότητας ίσως να είναι ενσωματωμένο στη γη και να την κυβερνά, στηρίζοντας την υδρόγειο που στέκει μετέωρη στο κενό διάστημα. Και ίσως αυτό το κομμάτι να είναι που εξέρχεται από το σπήλαιο των Δελφών και εισπνέεται, αν και ανήκει στον Κεραύνιο Δία του ουρανού. Αυτή η θεϊκή δύναμη, όταν εισέρχεται στο παρθενικό στήθος, χτυπώντας την ανθρώπινη ψυχή, ηχεί και ανοίγει το στόμα της προφήτισσας, όπως η κορυφή της σικελικής Αίτνας κυματίζει καθώς την πιέζουν οι φλόγες και ο Τυφωέας, βροντώντας, γεμίζει καπνούς τους βράχους της Κομπανίας, θαμμένος κάτω από τον αιώνιο όγκο της Ιναρίμης.
[...] Η εποχή μας δεν στερείται κανένα άλλο μεγαλύτερο δώρο των θεών από αυτό που, σιωπώντας, έπαψε να προσφέρει το μαντείο των Δελφών, από τότε που οι κυβερνήτες άρχισαν να φοβούνται το μέλλον και να εμποδίζουν τους θεούς να μιλούν. Όμως οι προφήτισσες των Δελφών δεν λυπούνται που δεν μπορούν πια να μιλήσουν και χαίρονται για την απραξία του μαντείου. Γιατί, αν εισέλθει ο θεός μέσα σε κάποιον άνθρωπο, τότε πρόωρος θάνατος είναι η αμοιβή ή η τιμωρία γι’ αυτόν που δέχτηκε το θεό· γιατί ο ανθρώπινος οργανισμός φθείρεται από τον παροξυσμό και τον τάραχο της μανίας και ο θεϊκός σεισμός συγκλονίζει τις εύθραυστες ψυχές. [···] (Η ιέρεια, αντίθετα προς τη θέλησή της, οδηγείται στο ναό και αναγκάζεται να προβεί στις απαραίτητες προετοιμασίες, ώστε να γίνει δυνατή η έκδοση ενός χρησμού για το διακεκριμένο Ρωμαίο επισκέπτη, τον Άππιο. Μία στριφτή κορδέλα συγκρατεί τα μαλλιά της μπροστά και μια λευκή ταινία με ένα κλαδί δάφνης συγκρατεί τις μπούκλες που χύνονται ελεύθερες στην πλάτη της. Ακόμη διστάζει και αμφιβάλλει, όμως ο ιερέας με βία τη σπρώχνει μέσα στο ναό. Εκείνη φοβάται να εισέλθει στο χρησμοδότη μυχό του εσώτερου αδύτου, σταματά μπροστά στην είσοδο, προσποιείται πως έχει μέσα της το θεό, προφέρει πλαστά λόγια, έχοντας την καρδιά της, όμως, ήρεμη. Κανένας ψίθυρος ασυνάρτητης φωνής δεν φανερώνει πως ο νους της εμπνέεται από την ιερή μανία. Μεγαλύτερη ζημιά θα έκανε στο μαντείο και στη φήμη του Απόλλωνα, παρά στον ευγενή, στον οποίον έδινε την ψεύτικη προφητεία. Τα λόγια της δεν ξεσπούν με τρεμουλιαστό ήχο, η φωνή της είναι ανίκανη να γεμίσει την έκταση του ευρύχωρου ναού, τα μαλλιά της δεν αγριεύουν και δεν αποτινάσσουν το δάφνινο στεφάνι, το πάτωμα του ναού ακινητεί, το άλσος ησυχάζει. Όλα αυτά είναι σημάδια πως φοβάται να παραδώσει τον εαυτό της στον Φοίβο. Ο Αππιος αντιλαμβάνεται πως το μαντείο δεν λειτουργεί σωστά και οργισμένος λέει: «Ανόσια γυναίκα, θα υποστείς την τιμωρία που σου αξίζει και από μένα και από το θεό που απομιμείσαι, εκτός κι αν κατεβείς στο σπήλαιο. Ήρθα να σε συμβουλευτώ για έναν κόσμο που σπαράσσεται από έναν τόσο μεγάλο πόλεμο. Πάψε να μου λες τα δικά σου λόγια». Φοβισμένη, επιτέλους, η κοπέλα καταφεύγει στον τρίποδα, στέκεται πλάι στο αχανές χάσμα και διστάζει. Τώρα δέχεται στην ψυχή της, που ως τότε δεν είχε ανάλογη εμπειρία, τη θεϊκή δύναμη, που το πνεύμα του βράχου, ακόμη ζωντανό μετά από τόσους αιώνες, της μεταβιβάζει. Επιτέλους ο Απόλλωνας κυριεύει την ψυχή της ιέρειας από τους Δελφούς. Ο Απόλλων Παιάνας εισέβαλε στο κορμί της ιέρειάς του, εκτόπισε την ομαλή κατάσταση συνείδησης και έκανε κάθε ίχνος του ανθρώπου να χαθεί από μέσα της, πιο ολοκληρωτικά από ποτέ στο παρελθόν. Σε κατάσταση παραφροσύνης, εκστασιασμένη, βακχεύει μέσα στο ναό. Δεν ελέγχει το λαιμό της, με τα αγριεμένα της μαλλιά αποτινάσσει τις ταινίες και τα στεφάνια του Απόλλωνα καθώς στροβιλίζεται μέσα στον κενό χώρο του ναού, τινάζοντας εδώ κι εκεί το κεφάλι. Καθώς τρέχει, ρίχνει κάτω τους τρίποδες που συναντά στο δρόμο της. Φλέγεται με φωτιά μεγάλη, καθώς οργισμένο σε έχει μέσα της, Φοίβε. Δεν χρησιμοποιείς μονάχα το μαστίγιο και τη βουκέντρα σου πάνω της και δεν χύνεις μονάχα στα σπλάχνα της φλόγες: αισθάνεται και το χαλινάρι σου και δεν την αφήνεις να αποκαλύψει όλα όσα την άφησες να μάθει. Όλος ο χρόνος γίνεται ένα κουβάρι και όλοι οι αιώνες συνθλίβουν με το βάρος τους το στήθος της δύστυχης, η μεγάλη αλυσίδα των γεγονότων φανερώνεται διάπλατη. Όλο το μέλλον αγωνίζεται να έρθει στο φως, οι μοίρες παλεύουν μεταξύ τους αναζητώντας τη φωνή της για να εκφραστούν. Η πρώτη και η τελευταία μέρα του κόσμου, τα μέτρα του Ωκεανού και ο αριθμός της άμμου, όλα είναι εκεί. Όπως η Κυμαία Σίβυλλα στο σπήλαιό της στην Εύβοια απαξιεί να θέσει τη μανία της στην υπηρεσία πολλών εθνών και από έναν τόσο μεγάλο σωρό από μοίρες διαλέγει υπεροπτικά όσες επηρεάζουν τη Ρώμη, έτσι και η Φημονόη, γεμάτη απ’ τον Φοίβο, κοπιάζει μέχρι να βρει τη μοίρα σου, Άππιε [που ήρθες να συμβουλευτείς το θεό τον κρυμμένο στη γη της Κασταλίας], ψάχνοντας την ώρα πολύ ανάμεσα σε τόσο μεγάλες μοίρες. Ευθύς αμέσως αρχίζει να κυλά από το αφρισμένο στόμα η εκστατική μανία και βογκητά και ήχοι δυνατοί με σφυριχτή αναπνοή. Τότε στον αχανή ναό αντηχεί η θλιβερή οιμωγή και της υποταγμένης πια κοπέλας αυτά τα τελευταία λόγια: «Ρωμαίε, δεν θα πάρεις μέρος σ’ αυτή την κρίσιμη μάχη και θα γλιτώσεις τους τρομερούς κινδύνους του πολέμου. Και μόνος εσύ θα κατοικήσεις εν ειρήνη σε μια αχανή περίκλειστη κοιλάδα στην ακτή της Εύβοιας». Ο Απόλλωνας της σφίγγει το λαρύγγι και συγκρατεί τα υπόλοιπα λόγια μέσα της.
Χρησμοί, φύλακες της μοίρας, και μυστικά του κόσμου. Και συ Απόλλωνα, κύριε της αλήθειας· ούτε μια μέρα του μέλλοντος δεν σου κρύψανε οι θεοί. Γιατί φοβάσαι να αποκαλύψεις τα έσχατα του κράτους που καταλύεται, τους σκοτωμένους αρχηγούς, τους θανάτους των βασιλιάδων και την καταστροφή τόσων εθνών από την εμφύλια σφαγή της Ιταλίας; Ή μήπως οι θεοί δεν αποφάσισαν ακόμη να δια- πράξουν ένα τέτοιο ανοσιούργημα; Ακόμη διστάζουν τα άστρα να καταδικάσουν σε θάνατο τον Πομπήιο; Παραμένει σε εκκρεμότητα η μοίρα χιλιάδων ανθρώπων; Ή τάχα να σιωπάς για να αφήσεις την Τύχη να φέρει σε πέρας το έργο του μαχαιριού που εκδικείται, να κολάσει την τρελή επιθυμία, να κάνει πάλι τον τύραννο να υποστεί την τιμωρία στα χέρια ενός Βρούτου;
Τότε η προφήτισσα ρίχνεται στη θύρα του ναού κι αυτή ανοίγει από το σπρώξιμο. Βγαίνει από το ναό κι αναπηδά. Η μανία εξακολουθεί και ο θεός, που δεν την ελευθέρωσε, γιατί δεν είπε όλη την αλήθεια, έχει ακόμη τον έλεγχο. Εκείνη στριφογυρνά άγρια τα μάτια της και το βλέμμα της περιπλανιέται σ’ ολόκληρο τον ουρανό. Η έκφρασή της αλλάζει συνεχώς: πότε κοιτά με τρομαγμένη όψη, πότε αγριωπά και απειλητικά. Μια φλόγινη έξαψη χρωματίζει την όψη της και τα χλομά της μάγουλα. Όμως η χλομάδα της δεν μοιάζει να προέρχεται από φόβο, αλλά μάλλον να προκαλεί φόβο. Η εξαντλημένη της καρδιά δεν ησυχάζει, αλλά όπως η θάλασσα βραχνά στενάζει φουσκωμένη σαν καταλάγιασε ο βοριάς, έτσι φουσκώνει κι αυτή με βωβούς στεναγμούς. Καθώς επιστρέφει στο συνηθισμένο φως, αφήνοντας το ιερό φως μες στο οποίο είδε τη μοίρα, είναι τυλιγμένη στα σκοτάδια. Ο Απόλλωνος χύνει στα σπλάχνα της τη λήθη της Στύγας, η οποία αρπάζει τα μυστικά των θεών. Τότε η αλήθεια αποχωρεί από την καρδιά της και το μέλλον επιστρέφει στον τρίποδα του Φοίβου. Και μόλις ξαναβρίσκει το λογικό της, σωριάζεται καταγής…"

Και ο Πλούταρχος στο «Περί του Ε του έν Δελφοίς» αναφέρει για την μαντεία, τον μάντη και τον θεό της μαντικής :

…καί μάντις μέν ό θεός μαντική δέ τέχνη περί τό μέλλον έκ των παρόντων ή παρωχημένων ουδενός γάρ ον τ' αναίτιος ή γένεσις ουτ’ άλογος ή πρόγνωσις· άλλ' έπεί πάντα τοις <τε> γεγονόσι τα γιγνόμενα τά τε γενησόμενα τοις γιγνομένοις έπεται καί συνήρτηται κατά διέξοδον απ’ αρχής εις τέλος περαίνουσαν, ό τάς αιτίας εις ταύτο συνδεΐν τε προς άλληλα καί συμπλέκειν φνσικώς έπιστάμενος οίδε καί προλέγει
‘τά τ’ έόντα τά τ' έσσόμενα πρό τ’ έόντα. ’ καί καλώς "Ομηρος πρώτον έταξε τα παρόντα είτα το μέλλον καί τό παρωχημένον από γάρ τον όντος ό συλλογισμός κατά την τον συνημμένου δύναμιν, ώς ‘εί τόδ' έστί, τόδε προηγείται’ καί πάλιν ‘εί τόδ’ έστί, τόδε γενήαεται.’ τό γάρ τεχνικόν καί λογικόν ώσπερ είρηται γνώσις ακολουθίας, την δέ πρόσληψιν ή αίσθησις τώ λόγω δίδωσιν. όθεν, εί καί γλίσχρον ειπείν, ούκ άποστρέψομαι τούτον είναι τον τής άληθείας τρίποδα τόν λόγον, ός την του λήγοντος προς τό ηγούμενον άκολουθίαν θέμενος είτα προσλαβών την ύπαρξην έπάγει τό συμπέρασμα τής άποδείξεως.

Ο θεός είναι μάντης και η μαντική τέχνη αφορά στο μέλλον, όπως αυτό τεκμαίρεται απ’ το παρόν και το παρελθόν γιατί κανενός πράγματος η γένεση δεν είναι αναίτια, ούτε η πρόγνωση άλογη· Αλλά, επειδή πάντοτε το παρόν ακολουθεί το παρελθόν και το μέλλον ακολουθεί πολύ στενά το παρόν σύμφωνα με μια σταθερή διαδικασία, η οποία οδηγεί από την αρχή στο τέλος, αυτός που καταλαβαίνει τις φυσικές συνάφειες και τους συσχετισμούς των αιτίων μεταξύ τους, γνωρίζει και προλέγει «και τα παρόντα, και τα μέλλοντα και τα παρελθόντα» (Όμηρος, Ιλιάς Α70). Είχε δίκιο ο Όμηρος όταν τοποθετούσε το παρόν πρώτο, έπειτα το μέλλον και μετά το παρελθόν, διότι αυτός ο συλλογισμός, θεμελιωμένος σε μια υποθετική πρόταση, έχει ως βάση του αυτό που υπάρχει· για παράδειγμα, «αν υπάρχει αυτό, τότε προηγείται το άλλο» και αντίστροφα, «αν υπάρχει αυτό, τότε θα υπάρξει το άλλο». Η τεχνική και λογική ικανότητα, όπως ειπώθηκε, βασίζεται στη γνώση της (αναγκαίας) αλληλουχίας, ενώ η κατανόηση γίνεται εφικτή για την αίσθηση μέσω της λογικής. Ακόμη και αν φαίνεται, λοιπόν, κάπως ασήμαντο, εγώ δεν θα διστάσω να δηλώσω πως ο τρίπους της αλήθειας είναι η λογική ακολουθία, που θέτει ως βάση της τη σχέση ανάμεσα σε ένα μεταγενέστερο και ένα προηγούμενο γεγονός, και έτσι, λαμβάνοντας την ύπαρξη ως προϋπόθεση, οδηγεί το συλλογισμό στην ολοκλήρωσή του.

Αυτό το είδος του ξαφνικού οράματος, που μπορεί να είναι βασανιστικό για τον ίδιο το μάντη και συνήθως δεν αναγνωρίζεται πλήρως από εκείνους που πρόκειται να υποφέρουν, φαίνεται τυπικό, και το ομηρικό ακροατήριο πρέπει να το αναγνώρισε αμέσως ως περίπτωση κρυπταισθησίας, ένα αυθεντικό φαινόμενο δηλαδή, και όχι απλά ένα λογοτεχνικό εύρημα.
Οι αρχαίοι πίστευαν ότι σε μια κατάσταση καταληψίας, η ψυχή αφήνει το σώμα και της παρέχονται οράματα. Μια τέτοια κατάσταση μπορεί να προκληθεία απο μια τελετή. Η ανώτατη μορφή έκστασης είναι η ένωση της ψυχής με τη θεότητα ή τον Ένα (Πλωτίνος, Εννεάδες 6.9.11), όχι ως δώρο του Ενός, παρά ως αποτέλεσμα της ανθρώπινης προσπάθειας ή πειθαρχίας. 

Γράφει ο Πλωτίνος για το Είναι (Εννεάδες 6.9.11.49-51· 6.9.9.15-16): Οὗτος θεῶν καὶ ἀνθρώπων θείων καὶ εὐδαιμόνων βίος, ἀπαλλαγή τῶν ἄλλων τῶν τῇδε, βίος ἀνήδονος τῶν τῇδε, φυγὴ μόνου πρὸς μόνον. […] Τὸ ἀληθῶς ζῆν ἐνταῦθα. («Αυτός είναι ο βίος των θεών και των θεϊκών και ευδαιμόνων ανθρώπων: απελευθέρωση από τα πράγματα του κόσμου τούτου, ζωή που δεν βρίσκει ηδονή στα εδώ, φυγή του μοναχικού προς το μοναχικό. […] Εδώ είναι η ζωή η αληθινή.»

 Αυτό δεν φαίνεται να είναι μια αμιγώς νεοπλατωνική σύλληψη· συνδέεται πιθανόν με την πολύ παλαιότερη αρχαιοελληνική ιδέα ότι ο άνθρωπος μόνος -χωρίς τη βοήθεια των θεών, και ακόμη χειρότερα δρώντας ενάντια στους θεούς, όπως ο Προμηθέας- μπορεί να πετύχει σπουδαία πράγματα. Φαίνεται πως σχετίζεται επίσης με την ιδέα ότι η μαγεία ή η θεουργία μπορούν πρακτικά να υποχρεώσουν τις θεϊκές δυνάμεις να γίνουν προσιτές· με άλλα λόγια, να καταστήσουν κατ’ αρχήν δυνατή την καταληψία. Ωστόσο, η καταληψία δεν οδηγεί πάντα σ’ αυτήν την τελική εμπειρία, παρ’ όλο που ανοίγει έναν άλλο κόσμο.
Είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς την καταληψία, επειδή οι «πνευματιστές» που έχουν αυτή την εμπειρία δεν εκφράζονται πάντοτε με σαφήνεια.

 Η έκσταση διακρίνεται μερικές φορές από τον ενθουσιασμό, ο οποίος κυριολεκτικά σημαίνει «το να είναι κανείς πλήρης Θεού», αλλά μπορεί επίσης να μεταφραστεί ως «κατοχή» ή «έμπνευση». Στη δική τους γλώσσα, οι αρχαίοι επιχείρησαν να περιγράφουν μια εμπειρία που τους ήταν πολύ πραγματική, αλλά, καθώς δεν μπορούσαν να βρουν μια επιστημονική εξήγηση γι’ αυτήν, έπρεπε να δημιουργήσουν μιαν εικόνα -αυτήν του να έχει κανείς μέσα του το θεό (ενθουσιασμός) ή να τον αγγίζει (ή να τον πληρεί) το πνεύμα.

Φυσικά, η προφητική έκσταση μπορούσε να εμφανιστεί οπουδήποτε, οποτεδήποτε, ακόμη και έξω από τα μεγάλα ιερά, όπως των Δελφών αλλά οι αρχαίοι προσπάθησαν να ελέγξουν αυτά τα ανορθολογικά φαινόμενα, να τα κρατήσουν κάτω από την αυστηρή εποπτεία ενός σώματος ιερέων. Ίσως θα έπρεπε να αντικαταστήσουμε τον όρο προφητεία με την κρυπταισθησία, «η ιδιότητα ή η τέχνη της αντίληψης μιας μακρινής σκηνής (και μια τέτοια απόσταση μπορεί να αφορά τόσο στο χρόνο όσο και στο χώρο)· αυτό γίνεται θαρρείς οπτικά και, συμπτωματικά, μπορεί να ανταποκρίνεται στην αλήθεια». Μερικοί αρχαίοι μάντεις έβλεπαν πράγματι οράματα. Οι όροι προαίσθημα και πρόγνωση χρησιμοποιήθηκαν επίσης, χωρίς όμως να έχουμε κάποιες πληροφορίες σχετικά. Η Πυθία, η εκστασιασμένη γυναίκα στους Δελφούς, θα μπορούσε να περιγράφει ως ένα «μέντιουμ» ή ένας «αυτοματιστής», αλλά αυτά είναι απλώς ετικέτες που το πολύ πολύ να επιτρέψουν συγκρίσεις με πειράματα που έγιναν πιο πρόσφατα.
Εδώ θα έπρεπε ίσως να γίνει μια διάκριση. Ένα προφητικό όραμα μπορεί να εμφανιστεί απρόκλητα και εκτός συμφραζομένων, κατά κάποιο τρόπο, όπως, για παράδειγμα, το όραμα του μάντη Θεοκλύμενου στην Οδύσσεια ή το όραμα της Κασσάνδρας λίγο πριν να δολοφονηθούν αυτή και ο Αγαμέμνονας. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, θα μπορούσε να πει κανείς, ότι μια συγκεκριμένη τοποθεσία είναι ήδη φορτισμένη ή γεμάτη από τις δονήσεις ενός τρομερού γεγονότος που πρόκειται να συμβεί, και ένας «πνευματιστής» συλλαμβάνει αυτές τις δονήσεις. Παρομοίως, ένας «πνευματιστής» μπορεί από μια συγκεκριμένη τοποθεσία να συλλάβει δονήσεις δραματικών γεγονότων που συνέβησαν στο παρελθόν: η Κασσάνδρα είχε επίσης αυτή την ικανότητα (Αισχύλος, Αγαμέμνων 1194 κ.ε.).
Η πρόγνωση, η αναδρομική γνώση και η τηλεπάθεια μπορεί να αποτελούν διαφορετικές πλευρές του ίδιου χαρίσματος. Από την άλλη πλευρά, τίθεται το ερώτημα αν η δελφική Πυθία και οι προφήτες της, που ασχολούνταν με τα ερωτήματα του ενός επισκέπτη μετά τον άλλον, καθημερινά, μπορούν να ονομαστούν «πνευματιστές» με την ίδια έννοια. Η άναρθρη απόκριση της Πυθίας σήμαινε μόνο ένα πράγμα για τον επισκέπτη: δινόταν ο χρησμός· η ιέρεια ήταν σε επαφή με το θεό. Η απάντησή της όμως έπρεπε να ερμηνευτεί, και σ’ αυτό το σημείο όλα τα είδη των λογικών εκτιμήσεων μπορούσαν να εισαχθούν: η πολιτική, τα οικονομικά, η διπλωματία. Ο χρησμός, όπως δινόταν στον επισκέπτη, ήταν ένα ολοκληρωμένο προϊόν. Στην καλύτερη περίπτωση περιείχε ένα γνήσιο όραμα, ένα όραμα όμως που έπρεπε να φιλτραριστεί μέσα από τα ευφυέστερα μυαλά σ’ όλη την Ελλάδα. Μια χρησμική απόκριση αυτού του είδους σαφώς διαφέρει από τα αποκαλυπτικά οράματα του Ιωάννη.
Ο όρος αποκάλυψις σημαίνει το φανέρωμα της θεϊκής θέλησης μέσα από οράματα και όνειρα, αλλά κατά κύριο λόγο μέσω της πρωτοβουλίας του Θεού, και όχι μέσω μιας ιδιαίτερης τεχνικής ή αναφορικά με μια συγκεκριμένη θρησκεία συνολικά ή, πιο στενά, με το μυστικό της δόγμα για τα Έσχατα Πράγματα. Από μια άποψη, ο ιουδαϊσμός και ο χριστιανισμός είναι εξ αποκαλύψεως θρησκείες· από μια άλλη άποψη, η εσχατολογία τους αναφέρεται σε μια αποκάλυψη, επειδή προβλέπει την τελική σύγκρουση ανάμεσα στις ανώτερες δυνάμεις του καλού και τις ανώτερες δυνάμεις του κακού, με το καλό να υπερισχύει. Αυτός ο τύπος θρησκευτικής σκέψης μπορεί να υιοθετήθηκε από μερικούς Ιουδαίους από το ζωροαστρισμό, την αρχαία περσική κρατική θρησκεία και η παράδοση συνεχίστηκε από την πρώιμη χριστιανική Εκκλησία. Ο ερμητισμός, από την άλλη πλευρά, είναι μια φιλοσοφία που αποκαλύφθηκε στο ανθρώπινο γένος από τον Αιγύπτιο θεό Θωθ, τον ισοδύναμο του Ερμή, και απόκρυφες επιστήμες, όπως η αλχημεία και η αστρολογία, θεωρούνταν απ’ αυτούς που τις ασκούσαν δώρο κάποιου θεού. Έτσι, στην ύστερη αρχαιότητα, το στοιχείο της αποκάλυψης διαχώριζε τη θρησκεία από τη φιλοσοφία, την απόκρυφη επιστήμη από την επιστήμη.
Τα ιερά όπου η μαντεία ασκούνταν τακτικά ως μέρος της λατρείας του θεού είναι γνωστά ως μαντεία (λατινικά: oracula, αρχαία ελληνικά: μαντεία ή χρηστήρια). Αλλά, όπως σημειώθηκε παραπάνω, ένα μαντείον σημαίνει επίσης την απάντηση του θεού σε μια ερώτηση που έκανε κάποιος επισκέπτης στο ιερό.
Η μέθοδος της μαντείας ποίκιλλε από ιερό οε ιερό. Μερικές φορές η βούληση του θεού διερευνούνταν με το ρίξιμο ή το τράβηγμα του κλήρου -για παράδειγμα, ζάρια, βέργες, ή κόκαλα, αργότερα, κατ’ επέκταση, αναφερόταν σε κάθε είδος προφητείας ή μαγείας. Η προσφυγή για παροχή συμβουλής ήταν μόνο μέρος από μια μάλλον πολύπλοκη θρησκευτική και κοινωνική εμπειρία. Φυσικά, υπήρχαν συγκεκριμένες μέθοδοι που δεν μπορούσαν να επαναληφθούν πουθενά αλλού -η αυθεντική έκσταση της Πυθίας στους Δελφούς, για παράδειγμα, ή το θρόισμα των φύλλων της ιερής βαλανιδιάς στη Δωδώνη


Εφ’ όσον το αιγυπτιακό μαντείο Αμούν ή Αμμων («ο Κρυμμένος»), ήταν διάσημο στην Ελλάδα, μπορεί κάποιος να υποθέσει ότι οι Έλληνες κληρονόμησαν αυτόν τον τύπο μαντείας από ένα παλαιότερο πολιτισμό.


συνεχίζετε...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου